Η πρώτη λέξη του Συμβόλου της πίστεως, η οποία του έδωσε στον καθημερινό μας λόγο το όνομά του, «το Πιστεύω» είναι μία λέξη δυναμική και ανακουφιστική συνάμα. Όταν πιστεύω, εμπιστεύομαι. Όταν πιστεύω αφήνομαι. Όταν πιστεύω είμαι ανοικτός, δεκτικός και ειλικρινής, ακριβώς γιατί γνωρίζω ότι και ο άλλος, ο απέναντί μου, είναι το ίδιο μ’ εμένα. Χωρίς πίστη και εμπιστοσύνη δεν οικοδομείται καμία σχέση, πολύ δε περισσότερο η σχέση μας με τον Θεό. Πολλές φορές στην κεκτημένη ταχύτητα της αποστήθισης του Συμβόλου, ξεχνάμε τον δυναμισμό αυτής της πρώτης λέξης και πρωταρχικής προϋπόθεσης στην σχέση μας μαζί Του. Εκφέρουμε την πρώτη λέξη στον ενικό αριθμό, παρότι διατυπώθηκε στον πληθυντικό. Γιατί; Γιατί η σχέση και η πίστη μας προς τον Θεό είναι προσωπική. Η επικοινωνία μας μαζί Του το ίδιο. Του μιλάμε στον ενικό, είμαστε ένας προς Έναν. Ακόμη και όταν Του θυμώνουμε, ακόμη και όταν αναρωτιόμαστε το γιατί, ακόμη και όταν Του ζητάμε εξηγήσεις…