Κουκούτσια από καρπούζι
Ποίηση
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-592-208-5
Μανδραγόρας, Κολωνός, 1/2023
1η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 10.60 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
24 x 16 εκ, 64 σελ.
Σύντομη περιγραφή
Γυναικοκτονίες, Το γεφύρι της Άρτας, Σαλώμη,
Περιγραφή
Κλεονίκη Δρούγκα, Κουκούτσια από καρπούζι, Ποίηση, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, έργο εξωφύλλου: Γιάννης Παπαγιάννης, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα Φεβρουάριος 2025, αριθμ έκδοσης 426, σελ. 64, ISBN 978-960-592-208-5, τιμή 10,60 ευρώ
Μια γραμματική που μάθαινα από χρόνια
(Γιατί δικαιούται κάποιος να λέει τις αλήθειες του)
παραίτηση
Στη Βέρα
Όταν μου λες πως η μάχη είναι εύκολη και
την απελπισία τραντάγματος
βλέπεις για ομοιοκαταληξία στους γοφούς
όταν το δάχτυλο τεντώνεις στον ορίζοντα
με τόνο επίμονο
συμβουλές μασουλώντας με τρία θαυμαστικά
θέλω να ξέρεις
η μελανιά στο μάγουλο από παραίτηση είναι
η σκέψη του και μόνο με μουδιάζει
τα μάτια από τρόμο ακέραιο κλείνουν κι όταν
στο πρώτο φως τ’ ανοίγω
υποτονικά
σκοτάδι αντικρίζω όλη μέρα
μικρούς θανάτους ζω υπάκουα
τα φύλλα ρίχνω
το ζωντανό μου σώμα
στις γωνίες του φόβου ακονίζω.
Ε, λοιπόν, θέλω να ξέρεις
η μάχη δεν είναι εύκολη.
Όταν ο λόγος δεν αντέχει τόση καταστροφή τότε γίνεται υπαινικτικός (ποίημα) ή μελωδικός (τραγούδι) για να απαλύνει το κακό που μας βρίσκει. Αυτό επιχειρεί με την τέταρτη ποιητική της συλλογή η Κλεονίκη Δρούγκα εξιστορώντας όσα δεν γράφτηκαν (βλ. «Σαλώμη»).
Γυναίκες («αψού», «η κόρη του καφετζή», «τυλιγμένη στ’ αλάτι», «με σπαστά ελληνικά», «αντωνυμίες», «παραίτηση», «Μαρία Μαγδαληνή», «μπαμ μπάμ», «η γυναίκα του πρωτομάστορα» κλπ) κι άλλες πολλές γυναίκες, στις οποίες αφιερώνεται κι από ένα ποίημα. Και δευτερευόντως άντρες («δεν ήμουν καλεσμένη», «Ιούδας», ) σε έναν ρόλο διακριτικό που τους βαραίνει ενίοτε:
Το βιβλίο διαρθρώνεται σε Τρεις Πράξεις με τη δεύτερη πράξη να υποδιαιρείται σε τέσσερις ενότητες: Μιλάω για λάφυρα σκληρά, Κάποτε μεγαλώνεις (ή μήπως όχι;), Φωνή έρωτα αποκάλυψης και Τι θυμήθηκα τώρα. Στην πρώτη ενότητα η ποιήτρια παρουσιάζει με έναν σκληρό υπαινικτικό, όπως άλλωστε είναι πάντα ο ποιητικός λόγος, τρόπο όσα διαδραματίζονται μέσα σε μια κοινωνία που παραμένει σε κρίση (είδα σημεία ζωής και/ διαπίστωσα/ σάπιες αισθήσεις λιώνοντας/ πως οι κανόνες έχουν πάντα εξαιρέσεις). Στη δεύτερη ενότητα εκτίθεται η διόλου εύκολη εξέλιξη στη ζωή μιας γυναίκας. Στη σημείο αυτό έρχεται η θάλασσα να αποκαθάρει τα συμβαίνοντα αλλά και να αναθερμάνει τον πόθο/ελπίδα ζωής. Τα δυο πεζόμορφα ποιήματα που προτάσσονται είναι υποδείγματα ρυθμού, μέτρου, κίνησης (Κι όσο η ώρα περνά, η θάλασσα θεριεύει τους χτύπους της καρδιάς, ξεντύνεσαι ντροπές, σκέψεις, ανθρώπους, πετάς το βαμβακερό σου φόρεμα στη θάλασσα. Τ’ αλάτι σού γλύφει τις πληγές./ Αύγουστο μήνα, άλλωστε, ποτέ δεν σπαταλάς). Στην τρίτη ενότητα ο έρωτας, πολύπαθος όπως όσα συμβαίνουν στη ζωή, μας υπενθυμίζει το προνόμιο (βλ. «η πείνα του έρωτα» αλλά και το δαιμόνιό του («η γυναίκα του πρωτομάστορα»). Στην τέταρτη ενότητα μνήμες και συμβάντα της παιδικής ηλικίας παρουσιάζονται μέσα από έναν γλυκόπικρο στίχο: από το τετελεσμένο στο επέκεινα: (Τον άλλο χρόνο στη γιορτή του Αϊ Νικόλα η μάνα/ την πόρτα του δωματίου μισάνοιξε/ να δει ποιος κοιμόταν και ποιος είχε πεθάνει).
Μια ώριμη κι εντέλει αισιόδοξη ποιητική γραφή, όπως άλλωστε οφείλει να παραμένει η τέχνη αφού πλάθεται από ανθρώπους και απευθύνεται στη ζωή και στον άνθρωπο: [ ] ψάχνω στα τυφλά την οδοντόκρεμα/ εκείνη που έχει ουσίες λευκαντικές./ Κι όσο βουρτσίζω τα δόντια/ μυρίζει καρύδα/ κι απλώνω κι άλλη οδοντόκρεμα στη βούρτσα
κι άλλη και/ ξάφνου βρίσκομαι σε πλαζ με φοίνικες/ άμμο λευκή/ ποτό στο χέρι/ γύρω μου καλοκαίρι μυρίζει./ Θυμάμαι Ιούλης ήτανε/ –για ώρα έτριβα τα δόντια με αντηλιακό/ μέχρι που έφτυσα κουκούτσια από καρπούζι.