Το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να δώσει απαντήσεις στο ερώτημα πώς ένα πλέγμα διαύλων διάχυσης των ευρωπαϊκών πολιτικών μπορεί να πετύχει την αειφορία των αγροτικών καλλιεργειών και των αγροτικών επιχειρήσεων.
Περιγραφή
Το μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης όπως το γνωρίσαμε μέχρι σήμερα έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η αλόγιστη χρήση των φυσικών πόρων οδήγησε στην υπερκατανάλωσή τους και στην αδυναμία της φύσης να τους αναπαράγει. Ταυτόχρονα, το σημερινό μοντέλο παραγωγής οδήγησε στην περιβαλλοντική επιβάρυνση και στην κλιματική αλλαγή, με συνέπειες που δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν αν συνεχίσουμε να λειτουργούμε με τον ίδιο τρόπο. Οι αγροτικές καλλιέργειες και οι αγροτικές επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στις κλιματικές αλλαγές, οι οποίες διαταράσσουν τους κύκλους της γεωργικής παραγωγής με τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις μεταβολές των προτύπων βροχόπτωσης. Αυτό δημιουργεί προβλήματα και πιέσεις στη διατροφική αλυσίδα και επιπτώσεις στις αγροδιατροφικές επιχειρήσεις της υπαίθρου. Αν σε αυτές τις επιπτώσεις προστεθεί η ρύπανση του εδάφους, των υπόγειων υδάτων από τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και το αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα των επιχειρήσεων της υπαίθρου, η ανάγκη διαφυγής από το σημερινό μοντέλο γίνεται επιτακτική. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη ασκούν πολιτικές αειφόρου ανάπτυξη της υπαίθρου, πολλές από τις οποίες είναι αναποτελεσματικές, αφού χρησιμοποιείται για τη διάχυσή τους κυρίως ο δίαυλος των κρατικών και περιφερειακών δομών, ενώ υπάρχουν και άλλοι δίαυλοι όπου δίνεται μικρότερη βαρύτητα, όπως οι αγροτικές επιχειρήσεις, τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα και η κοινωνία των πολιτών.
Το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να δώσει απαντήσεις στο ερώτημα πώς ένα πλέγμα διαύλων διάχυσης των ευρωπαϊκών πολιτικών μπορεί να πετύχει την αειφορία των αγροτικών καλλιεργειών και των αγροτικών επιχειρήσεων. Απευθύνεται στον πληθυσμό της υπαίθρου, στους αγρότες που ασχολούνται με τις καλλιέργειες και τις αγροτικές επιχειρήσεις, στους υπεύθυνους άσκησης πολιτικών για την ύπαιθρο, στα στελέχη επιχειρήσεων της διατροφικής αλυσίδας, αλλά κυρίως, στον φοιτητικό πληθυσμό που θα κληθεί να κάνει πράξη, μετά την αποφοίτησή του, τις ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές.