Από τότε που εναποθέσαμε το σώμα του πατέρα, αλλ’ όχι και τη μνήμη του, εις την διαλυτική αρμοδιότητα του χώματος, οι τακτικές μου επισκέψεις στο κοιμητήριο Λευκοπηγής είχαν μια γλυκιά πλησμονή και οικειότητα. Επίσκεψη σε ένα δικό μου πρόσωπο που «κατοικούσε» πλέον σε μια κοινή αυλή στη «μεγάλη απαλάμη του Θεού», όπου κυριαρχεί η χαρμολύπη. Παρατηρώντας τους «συγκοιμώμενους» και συγχωνευόμενους γείτονές του ξεχώρισα κάποιους στους οποίους στάθηκα αναστοχαστικά κυρίως για το βίο τους και την όποια διάθεση με άγγιξαν εν ζωή. Οι οιονεί ποιητικές επώνυμες καταγραφές έχουν αφετηρία, τηρουμένων των κραυγαλέων αναλογιών, το «Σπουν Ρίβερ» του Έντγκαρ Λη Μάστερς 1917· αυτό το μεγαλειώδες ποιητικό έργο με το οποίο ο θάνατος εξωραΐζεται κατά κάποιο τρόπο και παραδίδεται στη ζωή με μια γλυκιά μελαγχολική διάθεση. Έτσι προέκυψε η μικρή ποιητική συλλογή την οποία ονόμασα «Δυτικό Κοιμητήριο», μίμηση κι εδώ του «Θαλασσινού κοιμητηρίου» του Πωλ Βαλερύ.