Χριστίνα, Βιργινία, Μαρίνα, Κατίνα, Πελαγία, Ιωάννα, Λούσυ – εφτά. Ξεκίνησα να γράφω από ανάγκη να μιλήσω για τις γυναίκες.
Για εκείνες που μεγαλώνουν με αγάπη και όνειρα, η οικογένειά τους τις στηρίζει να κολυμπούν ατρόμητα σε θάλασσες και γαλουχούνται με την πεποίθηση ότι, όταν κάποιος προσπαθεί, πετυχαίνει –όσο ακατόρθωτη και αν φαντάζει η κορυφή του.
Ήθελα να πω μια ιστορία για τις γυναίκες που μεγαλώνουν ισότιμα με τους άντρες και γίνονται γιατροί, επιχειρηματίες και πλοίαρχοι. Ακόμα και σε εποχές που δεν ήταν αυτονόητο.
Αλλά και για τις γυναίκες που ζουν μακριά από ιατρική περίθαλψη και αυτό που για άλλες είναι η απόλυτη ευτυχία, τους στερεί τη ζωή.
Για τις γυναίκες που θυμίζουν κάμαρες κλειστές. Ζουν κακοποιημένες στη δική τους απομονωμένη Ανάφη και βρίσκουν το κουράγιο να σώσουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους.
Για εκείνες που θυσιάζονται για τα ιδανικά τους.
Για τις γυναίκες που νιώθουν ότι είναι κάτι πιο βαθύ που τις λερώνει. Για εκείνες που αγαπούν άλλον στα χρόνια της ωριμότητας από αυτόν που επέλεξαν ή τους έδωσαν ως νεαρές και δεν τολμούν να το ζήσουν φανερά.
Για τις γυναίκες που στεριά μυρίζουν. Που δεν καταγγέλλουν τον κακοποιητή. Για εκείνες που τιμωρούν τους κακοποιητές.
Για τις γυναίκες που αγαπιούνται άνευ όρων. Και στη ζωή και στον θάνατο.
Για εκείνες που αγαπούν άνευ όρων. Πέρα από τον θάνατο και τη ζωή.
Για εκείνες που παρακαλούν να τις σκορπίσουν στα σπιράγια και ύστερα κάτω από ένα δέντρο να τις φέρουν.
Κάποιες σκορπούν γύρω τη βιβλική τους μέθη.
Η αφήγηση δε θα μπορούσε να εκτυλίσσεται αλλού παρά στη Σύρο, τη θάλασσα και τα πλοία.
Η Σύρος είναι τo νησί που νοσταλγώ ακόμα και όταν βρίσκομαι εκεί.
Η θάλασσα είναι συναρπαστική, απέραντη, απρόβλεπτη, αναζωογονεί την ψυχή μου.
Τα πλοία, αναπόσπαστο κομμάτι της κάθε μέρας μου, έχουν τη δική τους ζωή, δεμένη με τη ζωή των ανθρώπων που τα ταξιδεύουν. Με τη βροχή, με τον καιρό που τα ορίζει.
Ο καπτα-Στεφανής, ο Νικολός, ο καπεταν-Αλέκος, ο μαστρο-Θωμάς, ο Τερζής, ο καπτα-Χρήστος, ο Βενέδικτος, ο Σιδερής, ο καπεταν-Αναστάσης, ο μαστρο-Γιάννης και ο μαστρο-Λευτέρης ξεπήδησαν από την καρδιά μου με όλη μου την αγάπη προς τους Έλληνες ναυτικούς.
Αν η «Χριστίνα» είχε μουσική υπόκρουση, θα έπαιζε δυνατά το συγκινητικό “A time for us” του Νίνο Ρότα, το απρόσμενα ρομαντικό ‘‘July Morning” των Uriah Heep, το τρυφερό “Ειδύλλιο του Ζίγκφριντ” του Βάγκνερ, το συναρπαστικό “Μπλε Πουλί“ από την Ωραία Κοιμωμένη του Π. Ι. Τσαϊκόφσκυ και φυσικά το συγκλονιστικό “Οι Εφτά Νάνοι στο SS Cyrenia” του Θάνου Μικρούτσικου σε ποίηση Νίκου Καββαδία.
Δε θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος αν δεν είχα διαβάσει Μ. Καραγάτση, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Ιζαμπέλ Αλιέντε, Ιωάννα Καρυστιάνη και Ζυράννα Ζατέλη.
Και οπωσδήποτε δε θα ήμουν ο ίδιος άνθρωπος αν δεν είχα διαμορφωθεί στην οικογένεια που μεγάλωσα, αν δεν είχα ωριμάσει στην οικογένεια που δημιούργησα και αν δεν είχα την αγκαλιά των υπέροχων φίλων μου. Είναι όλοι εκεί, σε μία αμφίδρομη σχέση με τις λέξεις –ξεπηδούν μέσα από τις εικόνες που γράφτηκαν γι’ αυτούς.
Ευχαριστώ τη φιλόλογο Ειρήνη Τζανάκη για τις διακριτικές και ουσιαστικές αρχικές της παρατηρήσεις.
Ευχαριστώ τη φωτογράφο Ζωή Γαμπιεράκη που μαζί με τον πατέρα μου, Ελευθέριο Κουτρούλη, ζωγράφο και Μηχανικό του Εμπορικού Ναυτικού, διαμορφώνουν την αισθητική μου και καλλιεργούν με το εξαιρετικό έργο τους την αγάπη μου για τις εικαστικές τέχνες.
Και περισσότερο από όλους, ευχαριστώ ειλικρινά τη Μαρία Παναγιωτακοπούλου για την εμπιστοσύνη και την αμέριστη συμπαράσταση να γίνει το βιβλίο μου από όνειρο, πραγματικότητα.
Μαρίνα Κουτρούλη, συγγραφέας