Ακόμη και σήμερα τα βιβλία του Γ. Σεφέρη ξεχωρίζουν για τη σχεδιαστική τους αρτιότητα, την εσωτερική τους διάρθρωση, τα λιγοστά λάθη κτλ. Οι επιμελητές των έργων του, οι τυπογράφοι, καθώς και όσοι φίλοι του εμπλέκονταν στην ετοιμασία των σεφερικών εκδόσεων, βρίσκονταν κάτω από την άγρυπνη εποπτεία του.
Οι απόψεις του για την έκδοση περιοδικού, η αρχειακή του συνείδηση, οι γνώσεις του για την εκδοτική των κειμένων, η μηδενική ανοχή του στα τυπογραφικά λάθη (γράφει, π.χ., στον Α. Καραντώνη: «[...] με παραδώσατε στη δημοσιότητα στιγματισμένο με δύο τυπογραφικά λάθη»), το διαρκές ενδιαφέρον του για τη γλώσσα και οι συστάσεις του για την αρτίωση και την τυπογραφική εμφάνιση έργων άλλων αποτελούν πειστικά τεκμήρια που οδηγούν στη διαπίστωση ότι ο Γ. Σεφέρης συνήθως έπαιρνε θετικό πρόσημο όταν ενδυόταν τον μανδύα του τυπογραφικού και φιλολογικού επιμελητή, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρξε παρεμβατικός και κανονιστικός/ρυθμιστικός.
Ειδικά στην περίπτωση του Σήματος του Α. Σεφεριάδη οι παρεμβάσεις του Γ. Σεφέρη αλλοιώνουν σε μεγάλο βαθμό την πραγματική βούληση του αδερφού του. Ωστόσο, οι σωζόμενοι μάρτυρες που παραδίδουν το Σήμα μάς έχουν επιτρέψει να προχωρήσουμε σε μια νέα εκδοτική δοκιμή των ποιημάτων και των ποιητικών σχεδιασμάτων/αποσπασμάτων του Α. Σεφεριάδη, η οποία φαίνεται να είναι πιο κοντά στις αυθεντικές μορφές τους.