Οι σαΐτες της οργής του Νεφί
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-5697-15-0
Το Ροδακιό, Αθήνα, 7/2023
1η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 14.82 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
24 x 15 εκ, 143 σελ.
Τουρκική (γλώσσα πρωτοτύπου)
Περιγραφή
Ένας ελλόγιμος πλην χολιασμένος αοιδός στην αυλή του Μουράτ Χαν Δ΄ πομπεύει βεζίρηδες, πασάδες, ομοτέχνους, με λίβελους δριμείς και λογιών κοπρολογίες.
    Ίσως και να μην υπήρξε στα χρονικά άλλος ποιητής που νά ‘χει κολαφίσει την εξουσία και τον γκροτέσκο θίασο των λακέδων της με τρόπο τόσο απροκάλυπτο και κυνικό, τόσο απόκοτο και προσϐλητικό, τόσο αδυσώπητο και εξωφρενικό, αλλά συνάμα και τόσο σκαμπρόζικο, τόσο δαιμονικό, τόσο απολαυστικό όσο ὁ τραγικός Οθωμανός Ομέρ Ερζουρουμλού (1572-1635), που έφτασε ώς εμάς με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Nef’i. Και που να έχει χλευάσει με τέτοιο ζήλο, τέτοιον οίστρο, τέτοιο χάζι την ανθρώπινη φυλή, με την απληστία της, την κακοήθεια, την υποκρισία, την αγνωμοσύνη και τη μικροπρέπεια, με τη δολιότητα, την αλαζονεία, τη μισαλλοδοξία και τη μοχθηρία, με την αναισθησία, την πανουργία, τη βαναυσότητα και τ’ αποδέλοιπα κουσούρια της.
   Ομοτράπεζος του γαληνότατου σουλτάνου Μουράτ Δ', ο Νεφί δεν άφησε σε χλωρό κλαρί ολόκληρη σχεδόν την υψηλή κοινωνία και τους ιθύνοντες της εποχής του (καδήδες, ιμάμηδες και στρατιωτικούς, κάθε λογής πασάδες και βεζίρηδες, ως κι έναν αρχιμουφτή) αλλά και τους αντιπάλους του της γραφίδας, ακόμα και τον πατέρα του που τον είχε εγκαταλείψει σαν ήτανε μικρός, βγάζοντας στη φόρα τις λοβιτούρες και τις πομπές του καθένα από δαύτους. Η ιστορία του όμως δεν είχε καλό τέλος -– οι μπράβοι ενός απ΄ τους εχθρούς του, του αναπληρωτή Μεγάλου Βεζίρη Μπαϋράμ Πασά, τον στραγγάλισαν με τη χορδή ενός τόξου και έριξαν το κουφάρι του στο Βόσπορο.
ἄ, κοπρόσκυλο! ἂν μ’ ἔχει ὁ Θεὸς καλά, ὣς τὴ Συντέλεια θὰ σὲ σατιρίζω / νὰ λέω τὴν ἀλήθεια δὲ θὰ πάψω, συνεχῶς θὰ καϐγαδίζω / ἄ, κοπρόσκυλο! μ’ ἀντάλλαγμα κάποιο ἀξίωμα ἢ μιὰ θέση στὸν παράδεισο / τέτοιο ταλέντο θεϊκὸ τὸ πετάει κανεὶς στὴν ἄϐυσσο; / ἄ, κοπρόσκυλο! ἂν ἔτσι δὲ μ’ εἶχες ἐσὺ δυσαρεστήσει / λόγω τιμῆς, τόσες καινούριες σάτιρες δὲ θά ‘χαν ξεμυτίσει.