«Διάολέ μου, εσύ στην κόλαση να βρεθείς, θα τον βρεις τον δρόμο σου», έλεγε πάντα η θεία Λένια. Κι η Νίνα, ολομόναχη σε μια εξαμελή οικογένεια, την άκουγε.
Ασυμβίβαστη, με μια εμμονική αφοσίωση στον δίδυμό της, Χρίστο, αλωνίζει τα σοκάκια της Άνω Πόλης. Ώσπου μια αλλιώτικη ζωή της προσφέρεται στη γενέτειρα του πατέρα τους, τη Νέα Υόρκη.
Θαμπωμένη από όλα όσα έχει φέρει μαζί του το καινούργιο, η Νίνα συνεχίζει να χάνεται στις λεωφόρους και στο χάος μέσα στο κεφάλι της, ωσότου στη ζωή της μπαίνει ένας άντρας που της δίνει ανέλπιστη προσοχή και αποδοχή. Ερωτευμένη, απεγνωσμένη να ξεριζώσει τον πόνο κάθε απώλειας που τη βασανίζει, η Νίνα παραδίδεται άνευ όρων, για να βρεθεί παγιδευμένη σ’ έναν κυκεώνα συναισθηματικής, σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης.
Σε αυτό το μυθιστόρημα οι προσωπικές επιλογές, συχνά αυτοκαταστροφικές, και τα αδιέξοδα από τις παρερμηνείες και τις προοπτικές στις ανθρώπινες σχέσεις φωνάζουν δυνατά «Σήκω από πάνω μου».
Μπορείς να συγχωρήσεις πρώτα τον εαυτό σου και να ξεχάσεις για να συνεχίσεις;
Χάθηκε ανάμεσα στις νιφάδες. Τοπίο παραμυθιού, παιδικού προγράμματος από αυτά που έπαιζε η ΕΡΤ τα μεσημέρια και της τα έβαζε η Λένια, όταν την έπαιρναν από το νηπιαγωγείο (κατειλημμένη πάντα από κάποιον η δική τους η τηλεόραση). Να μπορούσε μόνο να κλειστεί εκεί, στο χιονισμένο τοπίο ενός άγνωστου χωριού στη μέση του πουθενά, ασφαλής στον κρυστάλλινο θόλο. Αχανής ο κόσμος γύρω της. Ατέρμονος, χαώδης.
Απόσπασμα από το βιβλίο