«Φέρει το παρώνυμο “Τσιτάχ”, με όποιες σημασιολογικές και ειδολογικές προεκτάσεις παράγει: ταχύτητα, ευλυγισία, ακρίβεια, δύναμη. […] Διπλό είναι το χρέος που καλείται να εκτελέσει, ή με άλλα λόγια το “τέρμα” που οφείλει να υπερασπιστεί: οι διαπροσωπικές του σχέσεις με την αγαπημένη του και τον αδελφικό του φίλο και ο αυτοσεβασμός του […]. Το βαθιά αυτοσαρκαστικό φινάλε υπονομεύει την ίδια την έννοια και την αυταξία της αξιοπρέπειας, που μόλις προτάθηκε, ως το ύστατο ράκος που διασώζει από την τρομακτική γύμνια της ύπαρξης. Ο Τσιτάχ αποχωρεί μόνος και ηττημένος, ίσως ο πιο βαθιά, ο πλέον συντριπτικά ηττημένος και μοναχικός ήρωας του Βασίλη Κατσικονούρη», αναφέρει καίρια και εύστοχα η θεατρολόγος Κατερίνα Θεοδωράτου.