Τα σκουλαρίκια της Περσεφόνης
Ποιητικός Λόγος
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-5712-31-0
2η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 13.40 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
24 x 14 εκ, 200 γρ, 64 σελ.
Σύντομη περιγραφή
…Η ψυχή της γυναίκας πορεύεται στα δάση των αιώνων και διαβαίνει μέσα από την ίδια σφιχτή πλέξη του μύθου της Περσεφήνειας. Στην πορεία της μεταμορφώνεται και είναι αναπόφευκτη η κάθοδός της στο σκοτάδι, αλλά και η επιστροφή της στον ήλιο.
Περιγραφή
«Ο έρωτας και ο θάνατος, το σκοτάδι και το φως, η κάθοδος και η άνοδος εναλλάσσονται στην ψυχή της γυναίκας από την αρχαιότητα ως τις μέρες απαράλλακτα σφραγίζοντας την ανθρώπινη μοίρα σε μια αναπόφευκτη πορεία προς το «Τέλος» που στη γλώσσα μας σημαίνει σκοπός, ολοκλήρωση μιας πορείας προς την αυτογνωσία, την ανώτερη βαθμίδα της σοφίας…», Αργυρώ Λουλαδάκη.
Η ποιητική συλλογή της Ανδρομάχης Χουρδάκη με τίτλο «Τα σκουλαρίκια της Περσεφόνης» κυκλοφόρησε το 2018 από τις εκδόσεις Ραδάμανθυς. Την επιμέλεια της έκδοσης ανέλαβε ο Χρήστος Τσαντής, ενώ το σκίτσο του εξώφυλλο ανήκει στον, αρχιτέκτονα και ζωγράφο Χρήστο Χουρδάκη αδελφό της ποιήτριας. Σχεδιάστηκε –όπως αναγράφεται στο δίπτυχο του εξώφυλλου της συλλογής- εν αγνοία της και πολύ γρήγορα σε κάποια ώρα μελέτης των φοιτητικών τους χρόνων και απεικονίζει την ίδια.

Η Α. Χουρδάκη φιλόλογος-εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αφιερώνει τη συγκεκριμένη συλλογή «Στην ψυχή της γυναίκας» και προλογίζει με ένα πεζό κείμενο έκτασης τριών περίπου σελίδων και τίτλο «Ελευσίνα, Αρχή του Ταξιδιού». Η γυναίκα που φέρνει στον κόσμο την ζωή και συντηρεί τη μνήμη του θανάτου συνδέεται άρρηκτα με βαθύτερη ουσία των Ελευσίνιων μυστηρίων.
Η μικρή Ανδρομάχη μαζί με άλλα γειτονόπουλα εισέρχεται ανυποψίαστη σχεδόν στον ιερό χώρο των μεγάλων μυστηρίων. Παίζει με τα άλλα κορίτσια στολίζοντας τα μαλλιά της με κλαδάκια και λουλούδια και κρεμάει στα αυτιά της γυριστά αποξηραμένα ανθάκια «τα σκουλαρίκια της Περσεφόνης», όπως τα έλεγαν συμμετέχοντας αθελά της στο μύθο της Περσέφασσας και τις οδύνες του.
Ο έρωτας και ο θάνατος, το σκοτάδι και το φως, η κάθοδος και η άνοδος εναλλάσσονται στην ψυχή της γυναίκας από την αρχαιότητα ως τις μέρες απαράλλακτα σφραγίζοντας την ανθρώπινη μοίρα σε μια αναπόφευκτη πορεία προς το «Τέλος» που στη γλώσσα μας σημαίνει σκοπός, ολοκλήρωση μιας πορείας προς την αυτογνωσία, την ανώτερη βαθμίδα της σοφίας.
Η ποιητική γραφή της Α. Χουρδάκη μεστή και πυκνή σε νοήματα ακολουθεί τις νόρμες της μεταπολεμικής ποίησης με υπαρξιακό υπόβαθρο, ενώ παράλληλα διαλέγεται με το μύθο. Κρίνω ενδιαφέρον το γεγονός ότι η αναφορά στο μυθικό παρελθόν στην ποίηση της Α. Χουρδάκη αφενός υιοθετεί παραμέτρους της «μυθικής μέθοδου» που οικειοποιούνται οι ποιητές της γενιάς του 1930, όπως ο Γ. Σεφέρης και ο Γ. Ρίτσος αλλά ταυτόχρονα διαφοροποιείται αισθητά αυτή.
Στην περίπτωση των ποιητών της γενιάς του ’30 ο μύθος λειτουργεί ως πλαίσιο οργάνωσης του μοντέρνου ποιητικού κειμένου αλλά και ως θετική αντίστιξη προς το ιστορικό παρόν που, για τη μοντερνιστική συνείδηση, «είναι ένας κόσμος διαλυμένος, άρρωστος και ναρκωμένος, όπου οι αισθήσεις εξατμίζονται και χάνουν την πραγματικότητά τους μέσα στο χάος των εντυπώσεων» (Έλιοτ, 1973, σ. 33). Ενσωματώνουν στοιχεία του μοντερνισμού και της δραστικότητας που ενέχει η αναβίωση του μύθου έχοντας ως στόχο την καλλιέργεια και ανανέωση της συλλογικής ελληνικής συνείδησης. Η επαφή με το μύθο έχει συγκεκριμένη ιδεολογική στόχευση και αποζητούν σύμφωνα με τους κριτικούς την «ιδεολογική πρωτοκαθεδρία» μέσω της διαμόρφωσης μιας σύγχρονης/μοντέρνας ελληνικής λογοτεχνικής παράδοσης που ενσωματώνει τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Η λειτουργία, ωστόσο της «μυθικής μεθόδου» στο μοντέρνο ποίημα ενέχει δύο πρόσθετες παραμέτρους: αφενός επειδή τα μυθολογικά και τα ιστορικά πρόσωπα και περιστατικά συχνά συνυπάρχουν ή και συμφύρονται αδιακρίτως, παραπέμποντας έτσι τον αναγνώστη σε ένα ενιαίο «μυθο-ιστορικό» παρελθόν· και αφετέρου, επειδή η διάκριση ανάμεσα στο παρόν και σε αυτό το (κατ’ ουσίαν α-χρονικό) «μυθο-ιστορικό» παρελθόν καταργείται επίσης, στο πλαίσιο του μοντερνιστικού «χρονικού συνταυτισμού» (Σεφέρης, 1981, Α’, σ. 335).
Ο «συνταυτισμός» του παρελθόντος με το παρόν διαμορφώνει το μοντερνιστικό «ιστορικό συναίσθημα» (που στην πραγματικότητα είναι σαφώς α-ιστορικό), το οποίο, όπως έγραφε ο Σεφέρης, μοιάζει με την αίσθηση που έχει ένας σύγχρονος άνθρωπος καθώς, τη στιγμή που διαβάζει Όμηρο, «έχει πλάι του τον Οδυσσέα […].
Τοποθετώντας την ποιητική γραφή της Α. Χουρδάκη στον απόηχο της προσέγγισης του μύθου από ποιητές προηγούμενων γενιών θεωρώ ότι προσιδιάζει περισσότερο στην έννοια του χρονικού «συνταυτισμού» με απώτερο στόχο την αναζήτηση του «εαυτού», της υποκειμενικής ύπαρξης, της ατομικής καταγωγής και των ριζών. Κι ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι βρισκόμαστε στην εποχή της μετανεωτερικότητας, όπου η συλλογική ιδεολογία, οι μεγάλες αφηγήσεις τίθενται υπό αμφισβήτηση και σταδιακά υποχωρούν –μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και στα χρόνια που ακολούθησαν- δίνοντας τη θέση τους στη διερεύνηση του ατομικού «εγώ».

Υπό αυτό το πρίσμα ιδωμένη δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το πρώτο ποίημα της συλλογής έχει ως θέμα του τις Ρίζες και αφιερώνεται στους γονείς και τον αδελφό της ποιήτριας που θάφτηκαν στην ιερή γη της Ελευσίνας.
Η ποιήτρια αποζητά την καταγωγή της. Από το ποίημα αυτό διαβάζω τους ακόλουθους στίχους: Πατέρα, / σβήσε από το πρόσωπο σου / εκείνη την άμετρη πρωινή θλίψη / τότε που κράτησες / τον τρομερό λυγμό σου / πασχίζοντας να μην τρομάξω.
Ωστόσο, ο διάλογος της Α. Χουρδάκη με τη γενιά του ’30 και την υποδόρια αέναη παρουσία του παρελθόντος στο παρόν υφίσταται και είναι εμφανής στο δεύτερο ποίημα της συλλογής με τίτλο Οδοιπόροι, το μότο του οποίου είναι οι ακόλουθοι στίχοι προερχόμενοι από την ποιητική συλλογή του Ο. Ελύτη Μαρία Νεφέλη, η οποία έχει διαλογική μορφή στήνοντας μια υπερφυσική συνομιλία ανάμεσα στη Μαρία Νεφέλη και τον Αντιφωνητή, που δανείζει τη φωνή του στον ίδιο τον ποιητή: «Μαρία Νεφέλη: Κάθε καιρός κι ο Τρωικός του Πόλεμος…/Αντιφωνητής: Κάθε καιρός και η Ελένη του».
Αντίστοιχα, στο ποίημα Οδοιπόροι της Χουρδάκη συναντούμε τους ακόλουθους στίχους: «Όμορφοι νέοι,/ σπαράγματα μιας φαντασίας / που έπαιρνε δύναμη / απ’ τον αρχαίο φόβο. Ακούμπησαν το φως / και το νερό».
Ακόμα και το πέρασμα αλλά και η παραμονή της ποιήτριας στη νήσο Κρήτη πλέκεται στο υφάδι του αρχαίου μύθου, συνδέεται με την περιπλάνηση της θεάς Δήμητρας στην αναζήτηση της κόρης της Περσεφόνης και τη γυναικεία ψυχοσύνθεση, όπως διαφαίνεται στους παρακάτω στίχους: «Νήσος Κρήτη / Η Αριάδνη και ο μίτος / ο Αστερίων και η Δήμητρα / εγώ κι ’συ. Ποιος είπε πως οι θυγατέρες / δεν κρατούν τα περάσματα;»
Επιπρόσθετα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο μελετητής Β. Χατζηβασιλείου στους ποιητές που εμφανίζονται από τη δεκαετία του 1970 και εξής είναι έκδηλη η τάση εγκατάλειψης του εξωτερικού τους προσανατολισμού για να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στην εσωτερική (ψυχική, υπαρξιακή, αλλά και αισθητική) περιπλάνηση ενώ ο Roderic Beaton εστιάζει στη διάθεση αυτής της γενιάς για προσγείωση του μύθου αν και αναγνωρίζουν την αξία του ως πολύτιμη παρακαταθήκη. Δεν παύουν όμως να ζουν σε μια πραγματικότητα θρυμματισμένη, χωρίς περιθώρια για μεγαλόστομες φράσεις και μεγάλα συλλογικά οράματα. Αυτή η τάση εκφραστικής λιτότητας, ελλειπτικότητας και διάσπασης του ειδώλου του κόσμου αντανακλάται και στην ποιητική γραφή της Χουρδάκη.
Διαβάζω σπαράγματα στίχων από διαφορετικά ποιήματα που απαντώνται στην εν λόγω συλλογή : «Ο αέρας έγινε θρύψαλα./«» Καθρεφτιστήκαμε στο κάτοπτρο του κόσμου» από το ποίημα με τίτλο Άγονη Γραμμή. Αντίστοιχα, στο ποίημα με τίτλο Παραχώρηση Ι γράφει: «Αγωνιώδη αποσπάσματα ζωής/η ιστορία σου […] λίγες κουβέντες/αμέτρητες σιωπές∙» Όμοια, αντιμετωπίζεται και το θέμα του έρωτα που είναι φευγαλέος σαν παραδείσιο πουλί –όπως γράφει- χωρίς κελαηδισμό στο ποίημα με τίτλο Παραχώρηση ΙΙ διαβάζουμε «Αυτοεξόριστος/δοσμένος σε ανούσιους έρωτες/ Ζει σιωπηλά/στον ηχηρό τους κόσμο.». Μια σιωπή που καλύπτει την ήττα των αισθημάτων, θα συμπλήρωνα εγώ, τα οποία συμβιβάζονται αθελά τους στην ανυπαρξία, διαμελίζοντας την ύπαρξη και οδηγώντας στην οδύνη: «Διαμελισμένη η ύπαρξή σου/ανάμεσα στο χαμόγελο/της αλαζονικής άγνοιας/και στον πόνο/μιας ήδη αποκτημένης συγκατάβασης»(από το ποίημα Παραχώρηση ΙΙΙ). Άγνοια και γνώση είναι εξίσου οδυνηρές για το ποιητικό υποκείμενο. Κι αλλού σημειώνει «Θα μου πεις/κι η εποχή μας είναι τέτοια∙ θρυμματίζονται/λόγια/αισθήματα στο κενό »(στο ποίημα Ασκήσεις επί χάρτου).
Κι όμως η έκφραση των συναισθημάτων της μοναξιάς και της οδύνης με έναν λόγο πυκνό και μεστό δεν παύει να είναι μια πράξη τολμηρή, που αναζητά το δρόμο, την έξοδο από το σκοτάδι του Άδη στο φως, όπως η Περσεφόνη. Σε μια αδιάκοπη, αδιάλειπτη εναλλαγή αισθημάτων και αισθήσεων σε μια περιπλάνηση χωρίς τέλος. Τούτο άλλωστε δηλώνει και η λέξη «ταξιδεύουμε», που είναι η τελευταία λέξη της συλλογής: «Ταξιδεύουμε…όλες οι επιθυμίες κουδουνίζουν στ’ αυτιά μας με τα περίεργα κρουστά που παίζουν οι άγγελοι του Θεού∙ κι εμείς μοιραίοι ταξιδιώτες, αποχαιρετάμε ένα-ένα τα λιμάνια που βρήκε σώμα να εξανθρωπιστεί ο έρωτάς μας. Ταξιδεύουμε ».
Αργυρώ Λουλαδάκη
Σχετιζόμενα προϊόντα