Εκεί όπου τα πιο απλά γίνονται σύνθετα, τα αυτονόητα καθίστανται αμφίβολα και ένας διαρκής φόβος υποβόσκει, τέσσερις μετανάστες από την Αφρική, ο Μπαμπουκάρ και οι συνοδοιπόροι του, ο Γιάγια, ο Ουσμάν και ο Ρόμπερτ, προσπαθούν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους και το κέφι τους για ζωή. Θέλουν να ακούσουν μουσική, να ταξιδέψουν, να πάνε στη θάλασσα, να δουν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, να εκφράσουν τις σκέψεις τους. Τίποτα όμως από τα παραπάνω δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται… Αυτή, λοιπόν, είναι η ιστορία τους, η αιώνια ιστορία τους, η ιστορία των ανθρώπων που δεν έχουν τόπο…
«Πόσο θα μου άρεσε να σου πω την ιστορία μου, να το κάνω απ’ την αρχή ως το τέλος, να σου μιλήσω για την Γκάμπια, για τους δικούς μου, για το σπίτι μου, να σου πω για τη φυγή μου και για το ταξίδι, για τις μέρες και τις εβδομάδες και τους μήνες που πέρασα διασχίζοντας τον κόσμο, τη μισή Αφρική, μια ατέλειωτη θάλασσα, τη μισή Ιταλία. Την κόλαση της Λιβύης…»