Η γραπτή έκφραση συνιστά από τη φύση της μια μεταιχμιακή συνθήκη δημιουργικής αβεβαιότητας. Ξεκινάς να γράφεις ένα κείμενο κι όταν το τελειώσεις δεν ξέρεις αν αυτό θα διαβεί το κατώφλι του αποδέκτη προς τον οποίο απευθύνεσαι ή θα μείνει εντέλει ουσιαστικά ανεπίδοτο, ακόμη και στην περίπτωση που διαβαστεί. Τούτος ο ιδιότυπος "μετεωρισμός" ενός σημειώματος στη χαραμάδα μιας πόρτας, μιας ταχυδρομικής θυρίδας ή μιας συνείδησης εμπεριέχει για τον συντάκτη του κάτι από τον ίλιγγο της σχοινοβασίας. Καταθέτεις σε μια σελίδα τις σκέψεις σου ισορροπώντας σε ένα τεντωμένο σκοινί με την αγωνία να φτάσεις στην άλλη άκρη του η οποία βρίσκεται στα χέρια των αναγνωστών