«Το σπίτι του Γιώργη στο χωριό µου ήταν µισοτελειωµένο. Ένα σπίτι γκρίζο, δίχως πόρτες και παράθυρα. Είχε στεγνώσει και η κληµαταριά µε τα τσαµπιά και τα βλαστάρια της. Μαζί τους κι ο βασιλικός στη γλάστρα. Το σπίτι είχε γίνει φωλιά για τα νυχτοπούλια και στέγη για τα ερπετά...»