Ως αναγνώστης ανέκαθεν μου άρεσαν οι ιστορίες, που μπορούσα να τις διαβάσω σε μια καθισιά, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Edgar Allan Poe, θεμελιωτής της αστυνομικής λογοτεχνίας και των ιστοριών τρόμου και φαντασίας. Αποφεύγω τα ογκώδη βιβλία που αναλύουν τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα. Τα βρίσκω κουραστικά διαβάζοντας τα και τις περισσότερες φορές ανατρέχω στις προηγούμενες σελίδες για να θυμηθώ στοιχεία της ιστορίας και των ηρώων. Πιστεύω ότι ο περιεκτικός λόγος είναι πάντα καλύτερος στη λογοτεχνία.
Στο μυθιστόρημα λόγω της έκτασης του έχεις τη δυνατότητα να κάνεις λάθη ή να γράψεις σκηνές, που δεν είναι και τόσο ενδιαφέρουσες, με άλλα λόγια περιττές παραγράφους. Στο διήγημα όμως δεν χωράνε λάθη, το να δημιουργήσεις χαρακτήρες με βάθος και προσωπικότητα σε λίγες μόνον σελίδες και να καταφέρεις τον αναγνώστη να ταυτιστεί μαζί τους και να τους αγαπήσει ή να τους μισήσει, είναι πολύ δύσκολο.
Οι ιστορίες που θα διαβάσετε ανήκουν στον τομέα του αστυνομικού διηγήματος και η ιδέα για καθεμιά από τις ιστορίες αυτού του βιβλίου μου ήρθε διαβάζοντας στα έντυπα μέσα διάφορα γεγονότα, που η κατάληξη τους θεωρήθηκε σαν μια φυσιολογική εξέλιξη. Επιστρατεύοντας τις αισθήσεις της φαντασίας μου πίσω από το προφανές, διέκρινα έναν άλλο δρόμο πιο απρόοπτο και πιο απρόβλεπτο, που οδηγούσε στο ίδιο αναπόφευκτο τέλος. Και πάνω σε αυτό το δρόμο προσπάθησα να σε παρασύρω, φίλε αναγνώστη, δίνοντας άφθονη τροφή στη φαντασία σου. Γιατί, όπως θα διαπιστώσεις ,τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται πως είναι. Ελπίζω στο τέλος να έχω καταφέρει να σε πείσω να βλέπεις τα προφανή γεγονότα λιγότερα προφανή.