Όχι, δεν πίστεψα ποτέ ότι ΔΕΝ γνώριζε η κοινωνία τι «παίζονταν» πίσω από τις βαριές ασήκωτες πόρτες με τους τεράστιους σύρτες, όπου κι αν είχαν τοποθετηθεί, να ενώνει δυο μαντρότοιχους που περικλείνανε τη «βρωμιά», την ανομία, την παραβατικότητα. Έλα τώρα! Οι «προπέλες», τα ξενόφερτα παπιγιόν στον λαιμό των ανδρών και τα χρυσά μανικετόκουμπα, τα μπιζού γνωστών οίκων, και οι «κότσοι» από τα ατελιέ κορφούρ, που ν‘ αφήσουν να ασχοληθεί κανείς τους μ’ αυτά τα κοινωνικά υποστρώματα! Άσε καλέ τώρα, τέτοια θα λέμε; Θα αργήσουμε και στην δεξίωση… Αυτά αφορούν τους άλλους, όχι εμάς.
Βασισμένο σε αληθινές ιστορίες, υπαρκτών χαρακτήρων, με αλλαγή των ονομάτων. Σε «κάποια πόλη» (άσχετο αν σημείο αναφοράς για κάποια πόλη, αναφέρεται τυχαία η πρωτεύουσα), σε «κάποιο Ίδρυμα», με «κάποιο υπαλληλικό προσωπικό», και φυσικά με μυθοπλασία της συγγραφέως για το «δέσιμο» του πονήματος.