Η αυθεντικά ελληνική ψυχή συχνάζει σε μέρη μυστικά στους πολλούς εκεί που η λογική και το αίσθημα, ο νους κι η καρδιά, το φυσικό και το υπερφυσικό, το αισθητό και το υπεραισθητό συναντιούνται και διαλέγονται. Μόνον αυτοί που ζουν μέσα στη Χάρη του Αγίου Πνεύματος γνωρίζουν αυτούς τους μυστικούς τόπους και παρίστανται ακούγοντας καθαρά και καταλαβαίνοντας πλήρως αυτές τις κουβέντες – που καμιά φορά είναι ολωσδιόλου περίεργες. Για όλους τους υπόλοιπους, ευτυχώς που υπάρχει κι η τέχνη. (Ηράκλειτος και Μακρυγιάννης)
Ίσως πάλι να ’ναι η μνήμη του θανάτου κι ο πόθος της Άνω Ιερουσαλήμ που στέκεται στο βάθος της ψυχής μου σαν την πρώτη βαφή παλιού σχολικού θρανίου. Βαθιά κάτω από στρώματα κι άλλα στρώματα σκούρας πράσινης μπογιάς που πρέπει κανείς να ξύσει για ν’ αποκαλύψει το σκονάκι που ’γραψαν μαθητές αρχαίοι. Για να κλέψουν σε κάποιο τελικό διαγώνισμα, είχαν γράψει κάτι που αποκαλεί τους κατοίκους της γης «ενοικούντες». (Λέξεως διάσωσμα)
Ο άνθρωπος γεννιέται για να είναι ελεύθερος, όχι μόνον ως υλική υπόσταση, αλλά κυρίως ηθικά και ψυχικά. Αν είναι ένα μήνυμα που έδωσε και πρέπει να συνεχίσει να δίνει ο ελληνισμός στην οικουμένη, είναι το μήνυμα –η κραυγή– της ελευθερίας. Στην κοσμοθεωρία μας τα πάντα νοηματοδοτούνται από την έννοια της ελευθερίας. Τα πάντα από εκεί αρχίζουν κι εκεί καταλήγουν. Στην αρχή ήταν μοναχά το «ελευθερία ή θάνατος». Απ’ τη στιγμή που ο ελληνισμός αγκάλιασε κι ενστερνίστηκε τον Χριστό, υπάρχει η τελείωση: «ελευθερία» (κι απ’ αυτόν το θάνατο). (Η επέλαση των αποδομητών)
«Πού τεθείκατε αυτόν;» (Ιω. 11,34). Παντού Κύριε… παντού. Άλλους από τους φίλους σου τους βρήκαμε και πήραμε τα οστά τους και τα καταφιλούμε και τα προσκυνούμε. Άλλους πάλι όχι… δεν κατέστη δυνατό να τους βρούμε. Μόνο όταν περνούμε κοντά στ’ άγια χώματα που τους σκεπάζουν, σα να φέρνει ο αέρας ριπές μύρου – ή μιας άφατης ευωδίας τέλος πάντων. Ναι, είναι πολλοί που δεν είναι μπορετό να τους βρούμε. Τι να βρεις απ’ τον Γιωργάκη τον Ολύμπιο… Δεν λέει η βροχή να σταματήσει. (Να βρέχει)
Κρατήστε μνήμη ζωντανή και ζωντανοί εγερθείτε. Αεί τοις Πατράσι ακόλουθοι. Προγόνων χρηστότης, απογόνων παράδοσις. Απογόνων χρηστότης, προγόνων ζώσα μνήμη. Άνευ αυτής της προϋπόθεσης είμαστε ευτελείς, παρακμάζουμε ανυπόφορα∙ και τότε ποιος μας δίνει σημασία; Θα γράφουμε. Ίσως κάποτε εννοήσουν ξένοι και δικοί. (Εκατό χρόνια)