Η Αννιώ κατέφυγε στη μικρή καστροπολιτεία του κάμπου, μ’ ένα μυστικό. Η πορεία της καθορίστηκε απ’ το παρελθόν των άλλων, ενώ τώρα το δικό της ορίζει το παρόν της. Αναμετριέται διαρκώς με φαντάσματα, μένοντας σπίτι με τα παντζούρια κλειστά. Στήνεται ως μοντέλο για ζωγράφους και γλύπτες, προσπαθώντας να κάνει μία αλλαγή.
Η Μεταξία σπούδασε ζωγράφος κι αναζητά προσανατολισμό. Φτιάχνει ψηφιδωτά, συμμετέχει σε εκθέσεις και απασχολείται σ’ ένα μπαρ. Ο Ζήσης, ένας νέος αρχαιολόγος, εργάζεται με συμβάσεις σε δημόσια έργα. Τα χρηματοδοτεί μία ιδιωτική εταιρεία, επιχορηγούμενη, η οποία ανήκει στους Κωτσαίους και στους Ρουσαίους.
Οι δύο οικογένειες διαθέτουν επίσης δύο βιομηχανικές μονάδες και, κατέχοντας θέσεις-κλειδιά, μοιράζονται την εξουσία συστηματικά. Με σκοτεινή επί Κατοχής ιστορία, απομυζούν ζωές, καλλιεργώντας τον φόβο, καταδικάζοντας το ξένο και θέτοντας άτυπα εκτός νόμου το διαφορετικό.
Οι παρανομίες και τα διαπλεκόμενα διαμορφώνουν τον ιδιότυπο χαρακτήρα της μικρής πόλης του κάμπου, επηρεάζοντας την εξέλιξη των εγκλωβισμένων ηρώων σ’ ένα περιβάλλον νοσηρό, μ’ επίκεντρο τη μονοχρωμία, την Καθαρότητα, τη μισαλλοδοξία, την υπακοή και τη σιωπή, καθώς ονειρεύονται μιαν άλλη ζωή, μέχρι ν’ αντιδράσουν, σ’ ένα κομβικό σημείο συνάντησης, αποκαλύψεων κι ανατροπών, συνθέτοντας μία ιστορία που συνδυάζει λογικό-εξωλογικό, φυσικό-μεταφυσικό, πραγματικό-εξωπραγματικό στοιχείο, διερευνώντας συνάμα και τη σχέση ανθρώπου-φύσης.