Στα χρόνια της μακράς δουλείας έγινε μια πνευματική και εθνική ζύμωση στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα και όχι μόνο σε μια «ελίτ», όπως στους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες: μια μεταστοιχείωση της εσωτερικής δομής, έτσι που με αργούς ρυθμούς να συντελεστεί η εθνική αυτογνωσία, που δεν πρόφτασε να ολοκληρωθεί στα χρόνια των Παλαιολόγων. Το Ρωμαίος/Ρωμηός ή Ρωμιός άρχισε σταδιακά να υποδηλώνει όχι γενικά τον υπόδουλο ορθόδοξο χριστιανό, αλλ’ ειδικά τον υπόδουλο χριστιανό Έλληνα ή ελληνόφωνο. Κι επειδή το Ρωμηός/Ρωμιός υποδήλωνε γενικά τον υποτεταγμένο, άρχισε, ως αντίδραση στην υποταγή, υπό την επίδραση των Ελλήνων της Δύσης (και όχι μόνο από Διαφωτισμού κι εντεύθεν) να χρησιμοποιείται ο όρος Έλλην που υπερίσχυσε του διεθνοποιημένου Γραικός. Επιπροσθέτως, μέσα στον θερμολέβητα της δουλείας διαμορφώνεται ένας τύπος Έλληνος –και δεν είναι ο μόνος–, που το πνεύμα του είναι στη Δύση και η ψυχή του στην Ανατολή.