Καθαρό οινόπνευμα
Ποίηση
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-592-112-5
Μανδραγόρας, Αθήνα, 8/2020
330η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 8.48 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
24 x 16 εκ, 48 σελ.
Σύντομη περιγραφή
Δεύτερη ποιητική συλλογή της Δήμητρας Κουβάτα (γενν. 1970 Βελεστίνο, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., ζει και εργάζεται ως καθηγήτρια στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη Θεσσαλονίκη) μετά το Σκυλί δεμένο που κυκλοφόρησε από τις εκδ. Μανδραγόρας το 2017.
Περιγραφή

Δήμητρα Κουβάτα, Καθαρό οινόπνευμα, Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση, έργο εξωφύλλου Σαράντης Καραβούζης, εκδ. Μανδραγόρας, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2020, 16Χ24, αριθμ. έκδοσης: 330, ISBN 978-960-592-112-5, σελ. 48, τιμή 8,48 ευρώ.

Κράτησα όλες τις κραυγές για τα ποιήματα

 

Τι παραπάνω απ’ τους καημούς

να μας πουν πια

τα ποιήματα;

Δεύτερη ποιητική συλλογή της Δήμητρας Κουβάτα (γενν. 1970 Βελεστίνο, σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., ζει και εργάζεται ως καθηγήτρια στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη Θεσσαλονίκη) μετά το Σκυλί δεμένο που κυκλοφόρησε από τις εκδ. Μανδραγόρας το 2017. Το Καθαρό οινόπνευμα αποτελείται από δύο ενότητες: Φερτά υλικά και Έως την πέτρα οργωμένα. Εντούτοις μια ανεπαίσθητη κλωστή κρατά γερά τη σύνδεση των ποιημάτων που βγαίνουν απ’ τον σπαραγμό για να μιλήσουν δυνατά, καρτερικά για τη ζωή του ανθρώπου: Καλιγωμένοι/ στο διάσελο του χρόνου πορευόμαστε./ Ν’ αντιλαλούν τα πέταλα, καρφώνοντας/ την πέτρα./ Μπροστά εσύ, πίσω εγώ,/ κομβόι φορτωμένο./ Κι η μάνα –νερό λίγο κρασί να φέρω, λιγνό// πάντα πουλί, πετώντας στο κατόπι.

Λέξη τη λέξη της τοποθετεί με ακρίβεια πρωτομάστορα η Κουβάτα για να στήσει το ποιητικό της οικοδόμημα ανάχωμα στα τωρινά και τα παρελθόντα. Οι υπεκφυγές μιλούν στην ποίησή της, οι παύσεις δίνουν δραματικό τον τόνο, οι ανάσες ακούγονται στίχο τον στίχο: [ ] άργησες./ παντού ζάχαρη νοτισμένη./ άνοιξες τα παράθυρα;/ τους γείτονες χαιρέτησες; τα δέοντα./ ιδιαιτέρως στους απόντες.// με βόμβο εντόμου καλοκαιρινού/ όρμηξα προς κάθε τζάμι/ που χτυπά/ και πέταξα από το πρώτο άνοιγμα / το αρθριτικό μου σέρνοντας ποδάρι.// απλώς, η κληρονομικότητα, ήρθε/ ξανά το πόρισμα («Στο πρώτο άνοιγμα»). Και από το ποίημα «Οσμαντάκα Λάζαρος» ένα ενδεικτικό απόσπασμα: Και να μυρίζει κρύο αέρα κι έλατο./ Και να βαράει ο γύφτος το βιολί / μα κουρνιαχτός να μη σηκώνεται.// Και να κερνάς, λέει, τα όργανα/ και όπα κι έστα στο διηνεκές/ σε όλα τα πλάτη και τα μήκη/ του περασμένου χρόνου.// Μετά, έβαλες πάλι το αριστερό / πλάι στο δεξί σκαρπίνι/ ξάπλωσες λέει, στην εντατική/ για τον υπόλοιπο επιθανάτιο ρόγχο.

Μια ιερότητα διατρέχει τη συλλογή απ’ όπου ως προσευχή κι επίγνωση προκύπτουν οι στίχοι που θα διαβαστούν ως συλλείτουργο σε κάποιον εσπερινό. Και δεν είναι δικά της κτίση ατομική τα πρόσωπα, τα δέντρα, τα πουλιά ή τα γεγονότα, ακόμα και ο έρωτας, κοινά γνωρίσματα και πόνος βαθύς είναι ενός δύσκολου κόσμου που ’μαστε υποχρεωμένοι να τον βγάλουμε πέρα: Στη λοχεία επάνω/ εννόησε/ την ασήκωτη πέτρα. Σιτάρι/ θέρισε αγίνωτο.// Με τα πρώτα της ξανά έμμηνα/ λοξά τον μίσχο της τον σουγιάδισε/ και ρίχτηκε στους αγέρηδες/ μυτερό άγανο, καημός/ στο ατελείωτο γλέντισμα,/ στης αγάπης/ βαθιά την αιώρηση, μιας αγάπης/ πάντοτε που οδεύει// έστω και απανδόκευτος.

Έντονη τεταμένη ποίηση που λογαριάζεται με τη μνήμη, το συναίσθημα, το παρόν, καθώς μετατρέπει αποφασιστικά το χθες σε εμπειρία, βαριά έστω, αλλά αναπόφευκτη και γι’ αυτό καλά ζυγισμένη «αντρίκεια» ποίηση: Δώρο το άδωρο, το ανεπίδοτο. Τώρα,/ μην έρθεις. Για γάμο δώρο που/ αναβλήθηκες. Δεν έχω και/ πού να σου στρώσω, γι’ αυτό// μείνε στο ποίημα. («Ένα γαλάζιο φως») Και από το ποίημα «Δεν θέλω να θυμίζεις»: [ ] Πίνδος/ που γάνιασα για να σε περπατήσω./ Από την Πρέβεζα στη Λάρισα,/ από τον Παγασητικό στο Μεσολόγγι./ Θα στάζουνε τον ίδρωτα οι λιμνοθάλασσες./ Και γύρω, να στολίζουν το Αιγαίο σου/ τα φώτα μου,/ φώτα βυθού που ανέσυρα για σένα.// Δε θέλω ως και στον ύπνο σου/ το κάθαρμα που είσαι/ να θυμίζεις.

Να σημειώσουμε, τέλος, τον εμφατικό διάλογο με το ποίημα και την ποιητική τέχνη ως ένα ακόμα ξεχωριστό χαρακτηριστικό της ποιήτριας τα ποιήματα ποιητικής που αφθονούν στο Καθαρό οινόπνευμα. Μια απόδειξη της λύτρωσης που η τέχνη προσφέρει έτοιμη να σε οδηγήσει ως από μηχανής στην έξοδο: Με τούτο θα σε σφάξω,/ κακομοίρα μου.// Και έτρεμες/ για το κουζινομάχαιρο,/ για το σφαχτάρι στο τσιγκέλι ανάποδα,/ μ’ όλο το αίμα να του ‘ρχεται στη μύτη / και το κοκόρι/ που ’τρεχε στην αυλή,/ με τον λαιμό σφαγμένο.// Μ` αυτά είναι που γίνονται οι ποιητές,/ εν τέλει,/ αυτοί που είναι.