Στις 4 Αυγούστου 1991, το ελληνικό κρουαζιερόπλοιο “Ωκεανός” απέπλευσε με 571 επιβάτες από το λιμάνι του Ιστ Λόντον της Νοτίου Αφρικής με προορισμό το Ντέρμπαν. Όμως, δεν έφτασε ποτέ.Μια θύελλα του Ινδικού, με δώδεκα μέτρα κύμα, άνοιξε ρήγμα στην πρύμνη του πλοίου ρίχνοντας το σε ακυβερνησία. Έμεινε στην επιφάνεια, μέσα στη θύελλα, δεκατέσσερις ώρες μέχρι να βυθιστεί.Τις θυμάμαι αυτές τις δεκατέσσερις ώρες. Τις θυμάμαι καλά. Ήμουν τότε έντεκα χρόνων και έβλεπα στην τηλεόραση το πλοίο να βυθίζεται και τους επιβάτες να προσπαθούν να σωθούν πάνω στο κατάστρωμα.
Μα εγώ δεν νοιαζόμουν για κανέναν από τους επιβάτες.
Κανέναν εκτός από έναν: τον πατέρα μου.
Ένα από τα πιο τρομακτικά ναυάγια του προηγούμενου αιώνα μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, η Ελληνική ναυτική ζωή των τελευταίων εξήντα χρόνων, το άγνωστο δράμα της ζωής των ναυτικών, συγκλονιστικές μαρτυρίες και αφηγήσεις βγαλμένες από τα βάθη του “ωκεανού” σε ένα μυθιστόρημα που συνδυάζει Ιστορική έρευνα, προσωπικά βιώματα και λογοτεχνική μαεστρία για να διερευνήσει τη σχέση πατέρα- γιου και τον ήχο που κάνουν οι οικογενειακοί δεσμοί. Όταν σπάνε.