Κοινό το θέμα των κειμένων του παρόντος τόμου: η φύση στην
πρόσληψή της από τον άνθρωπο. Πώς δηλαδή εννοείται το
δικαίωμα στο φυσικό γενόμενο, και γιατί το δικαίωμα αυτό
καθίσταται υποχρέωση, σύμφωνα με την ευθύνη που έχει ο άνθρωπος
με την πράξη του στη γη.
Το δικαίωμα στη φύση και η προσβολή της προσωπικότητας του
ατόμου από τη μη ικανοποίηση του δικαιώματος αυτού, εντάσσονται
στη λογική του αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου σε σχέση με τον
εαυτό του, και γενικότερα του αυτοπροσδιορισμού του στην κοινωνία,
ενώ επαναπροσδιοριζόμενο το άτομο άγεται στη διεκδίκηση ενός φύσει
κεκτημένου, που είναι το δικαίωμα στη φύση. Η προσωπικότητα του
ανθρώπου προσβάλλεται από τη μη απόλαυση του φυσικού αγαθού
λόγω της απώλειάς του. Τούτη την αντίληψη δεν μπορούμε να τη θεωρήσουμε
υπολογιστική κι εγωϊστική για τον άνθρωπο, και να την
εντάξουμε στη λογική του ωφελιμισμού που διακατέχει ως νοοτροπία
όλο το σύστημα θεώρησης της ζωής, καθότι αναφερόμαστε σε άϋλη
προσφορά της φύσης και στη δυνατότητα πλήρωσης αισθητικών και
ψυχολογικών απαιτήσεων του ανθρώπου, παράλληλα με τις υλικές του
ανάγκες.
Το δικαίωμα στη φύση, με τον άνθρωπο εν αυτής ως
λειτουργός και διαχειριστής της, καθίσταται υποχρέωση βάσει της
ευθύνης του που παράγεται από το καθήκον του ως λειτουργού και
διαχειριστή στο φυσικό όλον. Ο άνθρωπος οφείλει να ιδεί τον εαυτό του
στη φύση και όχι τον εαυτό του στον εαυτό του μέσα στη φύση. Η
υποχρέωσή του προς αυτήν ανάγεται σε υποχρέωση προς τη ζωή, και
τούτο καθιστά τον άνθρωπο αποκλειστικό υπεύθυνο για τη γη και το
μέλλον της.