Τα ανταγωνιστικά ευρωπαϊκά προγράμματα αποτελούν παραδοσιακά στρατηγική επιλογή δημοσίων και ιδιωτικών φορέων. Περισσότερο από ποτέ, στη σημερινή συγκυρία η αξιοποίηση των εν λόγω προγραμμάτων από τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και της κοινωνίας πολιτών ενισχύει την επιχειρησιακή ετοιμότητα των φορέων τους για την αντιμετώπιση των καθημερινών προκλήσεων. Απέναντι σε τέτοιου είδους θεματικά μονομερείς θεωρήσεις των προγραμμάτων, η παρούσα έκδοση αναδεικνύει τις δυνατότητες αυτών των χρηματοδοτικών εργαλείων να λειτουργήσουν με ευέλικτο τρόπο υποστηρικτικά ταυτόχρονα σε μια σειρά τομείς της δημόσιας πολιτικής και όχι αποκλειστικά σε έναν και μοναδικό κλάδο. Μια τέτοια προσέγγιση επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο φορέα, ανάλογα με τη στρατηγική, τις ανάγκες, την επιχειρησιακή ετοιμότητα και τις διαχειριστικές ικανότητες του προσωπικού του να αξιοποιήσει το κατάλληλο ευρωπαϊκό πρόγραμμα στον τομέα που τον ενδιαφέρει. Είναι δεδομένο ότι, καίτοι επιλέξιμοι, αντικειμενικά δεν συγκεντρώνουν όλοι οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς τις προϋποθέσεις για να συμμετάσχουν αξιοπρεπώς στο σύνολο των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Με την επικρατούσα μονομερή, στενά κλαδική λογική των ευρωπαϊκών προγραμμάτων αυτό σημαίνει ότι κάποιοι τομείς δημόσιας πολιτικής αποτελούν το προνομιακό πεδίο για ορισμένους φορείς, ενώ για κάποιους άλλους είναι εντελώς απαγορευτικό. Από αυτήν την άποψη, με την προτεινόμενη διατομεακή προσέγγιση αίρεται σε σημαντικό βαθμό αυτός ο τεχνητός διαχωρισμός και αποκλεισμός , καθώς κάθε δικαιούχος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει στον τομέα που τον ενδιαφέρει εκείνο το ευρωπαϊκό πρόγραμμα που ταιριάζει περισσότερο στο επιχειρησιακό του προφίλ και στις ανάγκες του εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντός του.