Πρόκειται για ένα βιβλίο για παιδιά, ή και για μεγάλους, όπου η ιστορία περιγράφεται κυρίως μέσα απ` τις εικόνες. Η ιστορία θέλει να καλλιεργήσει μια αμφιβολία. Μήπως τα αγάλματα όπως τα ξέρουμε, απλά παίζουν ένα παιχνίδι που και μεις έχουμε παίξει ως παιδιά; Μήπως, κάποιες φορές τα μαρμάρινα ή γύψινα ή χαλύβδινα αγάλματα μοιάζουν περίεργα, ύποπτα ακίνητα, σαν να προσπαθούν να μην κουνηθούν; Ένα παιχνίδι λοιπόν, που δημιουργεί μια αμφιβολία. Το ότι η φράση κλειδί του ομώνυμου παιχνιδιού "αγαλματάκια ακίνητα, αμίλητα, αγέλαστα" περιέχει την ερώτηση "μέρα ή νύχτα;" είναι μία ωραία σύμπτωση: κανείς δεν θα μπορούσε να έχει καταλάβει, μιας και όταν τα αγάλματα κινούνται τα κρύβει η νύχτα.
Επιπλέον, υπάρχει το ίδιο το παιχνίδι και αυτά που εκείνο επιβάλλει στους παίχτες του μέσα απ` τους κανόνες. Η ιστορία μιλά για την δυσκολία, έως και σκληρότητα του παιχνιδιού, που πάντα όμως υπάρχει σε κάθε παιχνίδι. Ο ήρωας του βιβλίου, ο Ερμής, δεν μπορεί να ακολουθήσει τους κανόνες του παιχνιδιού εξαιτίας μιας ιδιομορφίας του. Λόγω ενός λάθους του γλύπτη, δεν μπορεί να πετάξει και να δει από κοντά τον κόσμο που υπάρχει πιο πέρα απ` την οροφή του κτιρίου που ορίστηκε ως θέση του. Γίνεται ο ήρωας της ιστορίας που περιγράφει την μετάβασή του απ` την ακινησία σε μία άλλη κατάσταση που επέλεξε ο ίδιος να δοκιμάσει.
Αγάλματα ούτε ακούνητα ούτε αμίλητα ούτε αγέλαστα.