Γράμμα προς τη Νίκη που βρίσκεται στην Άνδρο, λίγες μέρες πριν φύγει ο Καραγάτσης για την Αμερική.
Νίκη μου,
Ήθελα να σου πω πως σ’ αγαπώ πολύ.
Ίσως να μη τόχεις καταλάβει. Μα φταίω εγώ. Μου αρέσει να εκδηλώνω παραμορφωμένα τα αισθήματά μου. Δύστροπος, στραβοκέφαλος, ανοικονόμητος, ανυπόφορος. Όχι όμως ψεύτης ούτε κάλπης. Έχεις κι εσύ τα ελαττώματά σου. Ελπίζω όμως ότι μ’ έχεις πια καταλάβει. Τίποτα δε λογαριάζω πιο πολύ από το παιδί και σένα. Εγώ – αν κι αρκετά εγωιστής – έρχομαι παρακάτω. Τα υπόλοιπα δεν λογαριάζουν...
Αρχές Αυγούστου 1950
Δεν θεωρώ ότι ο βίος ξεκλειδώνει το έργο – είμαστε μακριά πια από τον επίμονο βιογραφισμό άλλων εποχών ως εργαλείο ερμηνευτικής προσέγγισης της λογοτεχνίας. Οπωσδήποτε και οι βιογραφικές, και οι ιστορικές, κοινωνικές, ιδεολογικές ή άλλες εξωτερικές συνθήκες συντείνουν στη διαμόρφωση ενός λογοτεχνήματος, συντήκονται μέσα του. Δεν το εξηγούν, αλλά το περιβάλλουν με μια ιδιαίτερη άλω που περιφρουρεί τη μοναδικότητά του. Τούτη η μικρή συζυγική-οικογενειακή επιστολογραφία του Καραγάτση (γράμματα χαριτωμένα, ευτράπελα, γουστόζικα, μα και απελπισμένα, σκοτεινά και μελαγχολικά) μας ανοίγει ένα παραθυράκι στη θέα της εργοβιογραφίας του από όπου μπορούμε να δούμε εποπτικότερα και καλειδοσκοπικά το σύνολο των κειμένων του.
[Λίζυ Τσιριμώκου, απόσπασμα από το επίμετρο του βιβλίου]