Η παρούσα μονογραφία αφορά σε μία συγκριτική επισκόπηση ζητημάτων της αποδεικτικής διαδικασίας στην
πολιτική δίκη κατά το ελληνικό, αγγλικό και κυπριακό δίκαιο, με ιδιαίτερη έμφαση στο εμμάρτυρο αποδεικτικό
μέσο και στον τρόπο που αυτό αντιμετωπίζεται από την εκάστοτε από τις ως άνω αναφερθείσες έννομες τάξεις.
Παρατίθεται η έννοια και η σημασία του δικαιώματος αποδείξεως, τι μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο
αποδείξεως και κατ’ επέκταση και αντικείμενο μαρτυρίας αλλά και σύντομη ανάπτυξη σχετικά με τα είδη
αποδείξεως που ισχύουν σε καθεμία από τις υπό σύγκριση έννομες τάξεις. Εκτενής είναι η ανάλυση του
εμμάρτυρου αποδεικτικού μέσου όσον αφορά στην ικανότητα και στον εξαναγκασμό του μάρτυρα, στις
κατηγορίες μαρτύρων, στις περιπτώσεις που το απόρρητο εμποδίζει τη δυνατότητα καταθέσεως και ποιες
κατηγορίες μαρτύρων δεσμεύονται από αυτό, στην εξ ακοής μαρτυρία και πώς αυτή αντιμετωπίζεται από το
εκάστοτε υπό κρίση δίκαιο αποδείξεως και, τέλος, στη μεταχείριση της εμμάρτυρης αποδείξεως στη διαδικασία
ενός εναλλακτικού τρόπου επιλύσεως μιας διαφοράς, όπως είναι η διαμεσολάβηση.
Τα πορίσματα της συγκριτικής έρευνας ακολουθεί ενότητα σχετικά με την επιρροή των ομοιοτήτων και των
διαφορών της καθεμίας υπό κρίση έννομης τάξεως στην αποδεικτική διαδικασία που διεξάγεται στο εξωτερικό,
σύμφωνα με τους κανόνες του Κανονισμού 1206/2001. Αυτά εξειδικεύονται σε τέσσερα επιμέρους σημεία που
αφορούν στη διεξαγωγή αποδείξεων από κράτος εκτελέσεως, στη διεξαγωγή αποδείξεων έπειτα από την επιβολή
μέτρων καταναγκασμού, την άρνηση εκτελέσεως της παραγγελίας για τη διεξαγωγή αποδείξεων από κράτος μέλος
του οποίου ζητείται η συνδρομή και, τέλος, στην περίπτωση της απευθείας διεξαγωγής αποδείξεων στο κράτος
εκτελέσεως από το ίδιο το αιτούν κράτος μέλος.