Στο πυκνό και καταπράσινο Δάσος της Φοβέρας, οι Ασβοί δεν έπαιζαν με τα άλλα ζώα, ο Ελέφαντας κατάβρεχε όποιον περνούσε από μπροστά του και η Μαϊμού πετούσε μπανανόφλουδες στους περαστικούς. Κανείς δεν ήταν χαρούμενος! Αιτία ήταν τα μεγαλύτερα ζώα, που τρόμαζαν και φοβέριζαν τα μικρότερα κι αυτά με τα σειρά τους τα ακόμα πιο μικρά. Τα έσπρωχναν, τα κορόιδευαν, τους τραβούσαν τα μουστάκια και τ’ αφτιά, τα τρόμαζαν τις νύχτες. Έτσι περνούσαν οι μέρες. Μέχρι που ένα πρωί ο Λαγός τούς κάλεσε όλους σε συμβούλιο, για να βρουν μια λύση. Όμως τα ζώα δεν ήξεραν να συζητούν, παρά μόνο να φωνάζουν και να τσακώνονται. Τα πράγματα χειροτέρεψαν, όταν σ’ ένα νούφαρο στη λίμνη άνθισε ένα… στέμμα. Ένα στέμμα που το ήθελαν όλοι ή σχεδόν όλοι…