Η βυζαντινή υμνογραφία, πέρ’ από την όποιαν αξία της την ποιητική, είναι κυρίως λειτουργική τέχνη, η οποία εκφράζεται πάντοτε με τον λόγο και το μέλος, δηλαδή τον ποιητικό λόγο και τη μουσική, που εδώ είναι η βυζαντινή, δηλαδή καθαρά Ελληνική. [. . .] Στον τόμο τούτο – καθώς και σε όλο το έργο «Λόγος και Μέλος» -, δεν εξετάζονται άλλα βυζαντινά ποιήματα, παρά μονάχα τα λειτουργικά, όσα δηλαδή έχουν μουσική – μέλος και ψάλλονται στη θεία λατρεία, σε τακτικές ή έκτακτες Ακολουθίες. Εξετάζονται τα υμνογραφικά είδη ως λόγος, αλλά με την προϋπόθεση ότι έχουν γραφεί με τη μουσική (είτε πάνω σε προηγούμενα μουσικά πρότυπα), για να ψάλλονται. Η έννοια του αριστουργηματικού υμνογραφικού έργου, [. . .] προϋποθέτει αρμονικόν υμέναιο τέλειου ποιητικού λόγου με κατανυκτικό εκκλησιαστικό μέλος, που τονίζει και υπογραμμίζει τα πνευματικά στοιχεία του λόγου, τα οποία [. . .] ανεβάζουν την ψυχή σε άλλους κόσμους μυστικούς και ουρανούς λυτρωτικούς.