Στην παρούσα μελέτη παρουσιάζεται το δικαίωμα στην αλήθεια, ένα σύγχρονο και υπό διαμόρφωση δικαίωμα, ιδιαίτερης σπουδαιότητας, καθώς σχετίζεται με σοβαρές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου. Πρόκειται για το δικαίωμα των θυμάτων και των οικείων τους να γνωρίζουν την πλήρη αλήθεια για τα γεγονότα που συνέβησαν, τους αυτουργούς, την τύχη και τον τόπο όπου βρίσκονται τα θύματα, τους λόγους που οδήγησαν στη θυματοποίηση του ατόμου.
Επιχειρείται η σύνθεση ενός επαρκούς και συμπαγούς νομοθετικού, νομολογιακού και θεσμικού πλαισίου για την ενδυνάμωση του δικαιώματος. Αναλύεται μια σειρά σχετικών αποφάσεων του Διαμερικανικού και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Υπογραμμίζεται η αλληλοσύνδεσή του με τη μεταβατική δικαιοσύνη.
Εμβαθύνοντας στο δικαίωμα, αναδεικνύεται πώς τέμνει τους τρεις προαναφερθέντες κλάδους του Διεθνούς Δικαίου, αποτελεί ενοποιητικό στοιχείο αυτών, ισχυροποιείται από αυτούς, και συμβάλλει στην ενδυνάμωσή τους καθώς και στην ενδυνάμωση του Διεθνούς Δικαίου εν συνόλω.
Ως μελέτες περιπτώσεων εξετάζονται: το ζήτημα των αγνοουμένων στην Κύπρο και το ζήτημα των γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων προς την Ελλάδα. Επί των ζητημάτων αυτών κατατίθενται προτάσεις για την υπέρβαση τυπικών ζητημάτων που έχουν εμποδίσει μέχρι και σήμερα την απονομή δικαιοσύνης.
Το δικαίωμα στην αλήθεια συμβάλλει στην προάσπιση της διεθνούς ειρήνης και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, στην πρόληψη και καταστολή των διεθνών εγκλημάτων, στην ατομική και συλλογική αποκατάσταση, στη μη παρέμβαση της πολιτικής στο Διεθνές Δίκαιο, στη διεύρυνση του πεδίου της ατομικής προσφυγής· θα μπορούσε δε να συνδράμει στη διαδικασία «εξανθρωπισμού του Διεθνούς Δικαίου», καθώς λειτουργεί με μοναδικό διακύβευμα το δίκαιο και τελικά τον ίδιο τον άνθρωπο…