Το Θα σε ξεχνάω κάθε μέρα κυκλοφόρησε το 2005. Είχε προηγηθεί η γαλλική έκδοση, η οποία ήταν υποψήφια για το βραβείο Γκονκούρ.
Το μυθιστόρημά μου που είχε τη μεγαλύτερη απήχηση το οφείλω κατά κάποιον τρόπο σ’ εσένα. Είναι ένα ταξίδι διαμέσου της ελληνικής γλώσσας, όπου χρησιμοποιώ σαν πυξίδα το μυστηριώδες γράμμα Έψιλον που κρεμόταν πάνω από την είσοδο του ναού των Δελφών. Η περιπλάνηση καταλήγει στο αλφαβητάρι που χρησιμοποιούσες για να με μάθεις να διαβάζω όταν ήμουν τριών χρονών. Κέρδισε ένα όχι ευκαταφρόνητο βραβείο στη Γαλλία. Ήμουν στην Αθήνα όταν έμαθα το νέο και έφυγα αμέσως για το Παρίσι. Ενώ πλησιάζαμε στο Ορλί, κοίταξα από το παράθυρο τη σκιά του αεροπλάνου που διέσχιζε τα χωράφια. Έκανα τη σκέψη ότι είχα ζήσει όλα αυτά τα χρόνια μακριά απ’ τη σκιά μου. Πήγα άρον άρον στο ξενοδοχείο όπου θα γινόταν η απονομή και όπου με περίμενε ο εκδότης μου. Λυπάμαι που δεν συναντηθήκατε ποτέ.
— Θα προτιμούσα να είχατε γνωριστεί, του ομολόγησα κάποτε.
— Μα την ξέρω από τα βιβλία σου! μου απάντησε.
Η λογοτεχνία είναι βέβαια μεγάλο βάσανο. Σαν τη γυναίκα των ονείρων σου: απαιτεί όλο σου το χρόνο, ένα αποκλειστικό δόσιμο χωρίς τέλος, που ενίοτε γίνεται σαράκι και σε τρώει σιγά σιγά. Ο Αλεξάκης γνωρίζει καλά τη σημειολογία της. Ο λόγος του είναι «μια μνήμη που επανέρχεται». Ορμητικός, θυμίζει τον αέρα της Τήνου τα καλοκαίρια. Δείχνει να δυναμώνει με τα χρόνια, ακουμπώντας στην ωριμότητά του. Σαν να παίζει φυσαρμόνικα.
Σταύρος Σταυρόπουλος, Ελευθεροτυπία (Βιβλιοθήκη)