Γιατί οι άνθρωποι φοβούνται και αντιπαθούν τη σιωπή; Τα πιο όμορφα πράγματα θα μπορούσαν να γεννηθούν μεταξύ μας αν μέναμε σιωπηλοί.
Ένας δάσκαλος αναλαμβάνει να διδάξει σ` ένα ίδρυμα κωφαλάλων και γνωρίζεται με τη Σάρα, μια κωφάλαλη που δουλεύει στο ίδρυμα και λόγω παιδικών τραυμάτων αρνείται να μιλήσει. Η προσπάθεια του Τζέιμς Λιντς να εντάξει την αγαπημένη του μαθήτρια (και σε λίγο αγαπημένη σύντροφο της ζωής του) στα άδυτα ενός εντελώς ξένου, ανεξερεύνητου και επικίνδυνου, για εκείνη, γλωσσικού τοπίου είναι τιτάνια. Η Σάρα αντιστέκεται, φοβάται, δέχεται πιέσεις από τους υπόλοιπους "ενοίκους" του ιδρύματος, από την ίδια της τη μάνα, τον διευθυντή, όμως συνεχίζει να δείχνει μια συγκρατημένη εχθρότητα απέναντι στον νέο δάσκαλο και τις απόπειρές του, όπως έκανε μέχρι τώρα και με όλους τους προηγούμενους δασκάλους της. Μοιάζει να έχει συμβιβαστεί πλήρως με την κατάστασή της, μοιάζει να έχει αποδεχτεί στο έπακρο πως πρέπει -είναι αναγκασμένη από τη φύση- να συνεννοείται σε όλη της τη ζωή με νοήματα. Υπάρχουν τεράστιες δυσκολίες, τις οποίες έχει να αντιμετωπίσει ο δάσκαλος Τζέιμς στην προσπάθειά του να πλησιάσει την αγαπημένη του Σάρα. Ακόμα και η πιο στενή επαφή τους, ακόμα και ο γάμος τους, δεν φαίνεται να βοηθούν ιδιαιτέρως την κατάσταση. Η απόσταση μεταξύ τους όλο και μεγαλώνει, το χάσμα των δύο κόσμων βαθαίνει, οι πιέσεις των γύρω, του κοινωνικού περιβάλλοντος, των συνθηκών ζωής, τους απομακρύνει όλο και περισσότερο.
[Εύα Γεωργουσοπούλου]