«Είμαι σχεδόν τριάντα χρονών και νιώθω πως μου έχουν κλέψει το νόημα. Έχει να κάνει με τη δουλειά. Κάποια στιγμή πίστευα πως άντρας είναι αυτός που δουλεύει και μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του. Εγώ δεν έχω μόνιμη δουλειά και ούτε έχω μάθει να φροντίζω τον εαυτό μου. Το μοναδικό απόκτημα είναι ότι δεν μου ανήκει τίποτα. Δεν έχω δάνειο, δεν έχω οικογένεια να θρέψω, δεν έχω αυτοκίνητο, δεν έχω διαμέρισμα, δεν έχω δουλειά». [Εσωτερικές φοβίες]
Σε μια σειρά χρονικών που περιγράφονται με χιούμορ και οξυδέρκεια, με τρυφερότητα και απογοήτευση, ο Χαβιέρ Λόπεθ Μενάτσο διηγείται στο Εγώ, ο Εποχικός πώς είναι η εργασιακή του ζωή (ας την πούμε έτσι) και βήμα βήμα μάς επιτρέπει να φανταστούμε πώς είναι η ζωή των περίπου δύο εκατομμυρίων νέων ανθρώπων κάτω των τριάντα ετών που ζουν στην Ισπανία έναν Γολγοθά ο οποίος τους αναγκάζει να πηγαίνουν από τη μια εποχική εργασία στην άλλη, χωρίς μέλλον και χωρίς παρόν.
Όπως λέει ο Μανουέλ Ρίβας στον πρόλογο: «Αυτό είναι ένα βιβλίο στο οποίο η απελπισία αναδεικνύεται μαζί με το γέλιο, η αποτυχία προχωράει αναπόσπαστη από την κωμωδία και ο πρωταγωνιστής, ο αποδυναμωμένος και ταπεινωμένος υπάλληλος μέχρι τα όρια της ανυπαρξίας, αντιμετωπίζει την αδικία με τον πιο εκλεπτυσμένο ηρωισμό. Ο Εποχικός είναι ένας ήρωας της ειρωνείας. […] Ο αναγνώστης δεν θα αφήσει αυτό το βιβλίο, που είναι ταυτόχρονα νουβέλα, ρεπορτάζ και δοκίμιο, σαν μια κατάθεση άχρηστων πραγμάτων αλλά πολύ σημαντικής αληθινής μαρτυρίας».