Η διεξαγωγή του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου με διεθνή συμμετοχή που πραγματοποίησε η Εταιρεία Ειδικής Παιδαγωγικής Ελλάδος με επιτυχία στις 15-18 Απριλίου 2010 (2.230 σύνεδροι από όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, 180 εισηγητές, 4 πανεπιστημιακοί δάσκαλοι του εξωτερικού, 19 συμπόσια) και η διακαής αναζήτηση της γνώσης γύρω από τον ευαίσθητο χώρο της Ειδικής Εκπαίδευσης αποτέλεσαν ένα από τα κίνητρα για να οργανώσει η Εταιρεία μας το 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο.
Επιπλέον οι σύγχρονες βασικές επισημάνσεις τόσο σε επιστημονικό-ερευνητικό όσο και σε εκπαιδευτικό-πρακτικό επίπεδο, που αναφέρονται στα σύγχρονα διλήμματα και προοπτικές της Ειδικής Εκπαίδευσης σηματοδότησαν τη φιλοσοφία, τις θέσεις και τους στόχους του Συνεδρίου.
Η μεταβατικότητα στους τρόπους σκέψης και τις επιλογές εφαρμογών, που χαρακτηρίζει πολλούς τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής στην εποχή μας, αποτυπώνεται καθαρά και στο χώρο της Ειδικής Εκπαίδευσης. Αφού πέρασε με σχετική επιτυχία (α) από τη φάση της περιθωριοποίησης και της απομόνωσης των ατόμων με ειδικές ανάγκες στη φάση της αναγνώρισης των ισότιμων δικαιωμάτων και της κοινωνικής αποδοχής τους και (β) από τη φάση της «απασχόλησης» σε δομές ειδικής αγωγής στη φάση της παροχής συστηματικών εκπαιδευτικών υπηρεσιών σε γενικά σχολεία, η Eιδική Eκπαίδευση βρίσκεται στις μέρες μας απέναντι σε μια σειρά προκλήσεων που υπόσχονται ελπιδοφόρες προοπτικές, αλλά δημιουργούν και δυσεπίλυτα διλήμματα. Οι προκλήσεις, καθώς και οι προοπτικές και τα διλήμματα που συνδέονται με αυτές, αναφέρονται σχεδόν σε όλο το φάσμα των δομικών στοιχείων της ΕΑΕ και περιλαμβάνουν θέματα: ορολογίας, διαδικασιών ανίχνευσης ειδικών αναγκών, οργάνωσης διδακτικών προγραμμάτων και εκπαίδευσης του προσωπικού, ανταπόκρισης στη διδασκαλία και εφαρμοσιμότητας της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, εμπλουτισμού των προγραμμάτων με νέα αντικείμενα (π.χ. αυτοπροσδιορισμός).
Αξίζει να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στην εκπαίδευση και αξιοποίηση του προσωπικού της Ειδικής Εκπαίδευσης. Οι σύγχρονες απαιτήσεις κάνουν αναγκαίο τον ανασχεδιασμό των σχετικών προγραμμάτων. Οι επαγγελματίες και οι εκπαιδευτικοί που παρέχουν ειδικές υπηρεσίες, όπως λ.χ. η διάγνωση ειδικών αναγκών ή η παράλληλη στήριξη, θα πρέπει να διαθέτουν ουσιαστικά προσόντα και όχι απλώς τυπικές επιμορφώσεις