Ακροβατώντας ανάμεσα σε μια πρώιμη αιχμηρή ωριμότητα και την πραγματική του ηλικία, ο έφηβος Αντώνης, ζώντας σε κλειστή κοινωνία μικρού χωριού, βιώνει την απαρχή πολλών δύσκολων εμπειριών. Με εξαφανισμένο πατέρα, πολλά αναπάντητα ερωτηματικά και μια ασφυκτική καθημερινότητα, ωθείται σε γοητευτικές για τον ίδιο και αθώες επαναλήψεις κλεπτομανίας. Παράλληλα, ανοίγει, σχεδόν συνειδητά, την πόρτα του πρώτου του έρωτα, στην προσπάθεια να αυτοϊαθεί. Οι αινιγματικές φιγούρες της μητέρας και της θείας τού χαρίζουν το μυστήριο της ζωής από μια εντελώς διαφορετική οπτική, και ο ίδιος υποψιάζεται, ανακαλύπτει, συναιρεί, κι αποχαιρετά. Ψάχνοντας το νόημα της πίστης, αμφισβητεί τα δεδομένα και οργανώνει τη ζωή του χωρίς φόβο. Στο τέλος, με ένα «αντίο λοιπόν,» φτάνει στη λύτρωση της αλλαγής.