Τρίζει τα φτερά του το κυκλάμινο μικρό με την μαβιά πνοή του αντιμιλά στην βροχή περήφανο από βαθιά ρίζα αυτοφυή φυτρώνει στου αρχαίου μαρμάρου την ρωγμή λες και από τα έγκατα της γης η Περσεφόνη με καρδιοχτύπι το δονεί όπως κάθε ανθάκι που τολμά με την χθόνια ισχύ του γλώσσα να βγάλει αυθάδη να ραγίζει