Σαν να’ταν η πιο σπλαχνική γυναίκα,
στη δούλεψή της κάλεσα το φως,
το σκότος και τον λίγο μου καιρό∙
για τι άλλο άραγε να’χα καιρό;
«Αποφάσισα», λέει ο Δάντης στη Νέα Ζωή για τη Βεατρίκη, τον διά βίου έρωτά του, «να μη μιλήσω πιά για την ευλογημένη γυναίκα ώσπου να μπορέσω αντάξιά της για κείνην να ιστορήσω» και «να πω για κείνην αυτό που δεν ειπώθηκε για καμία».
Δυό χρόνια αργότερα θα γράψει για μιαν άλλη γυναίκα, άγνωστη, τις RimePetrose.
Στα ποιήματα των RIMEPETROSE ακόμη και η ποίηση νικιέται καθώς το μαρτύριο του ερωτευμένου ξεπερνά τα όρια αυτού που μπορεί να λεχθεί. Τον Δάντη οι RimePetrose τον σημάδεψαν ανεξίτηλα προπάντων με την τραχύτητα της γλώσσας που απελευθέρωσαν. Τα ποιήματα αυτά δεν είναι απλώς καλλιτεχνική «παρέκβαση», αλλά το αναγκαίο προοίμιο στην Κωμωδία (La [Divina] Commedia), που μάλλον δεν θα γραφόταν ποτέ στους γλυκείς τόνους του dolce stin novo. «Ο ρεαλισμός», παρατηρεί ο Salvatore Quasimodo, «η μεγαλειώδης ποίηση του Δάντη, γεννιέται στις RimePetrose: τα συναισθήματα εδώ δεν είναι θέμα αναγωγής∙ γεννιούνται απ’ το κορμί, που το δέρνουν πραγματικά ο αέρας, η βροχή, το χαλάζι».
Κατά πάσα πιθανότητα οι RimePetrose συνετέθησαν το 1296 ή το 1297 – δηλαδή, μετά τη Νέα Ζωή (LaVitaNuova), αλλά πριν το Συμπόσιο (Convivio).
O Charles S. Singleton αποκάλεσε τις ιδανικεύσεις των τροβαδούρων «έρωτα χωρίς πιθανότητα γαλήνης». Στις RimePetrose βλέπουμε, πράγματι, έναν έρωτα χωρίς πιθανότητα γαλήνης – ωστόσο, εδώ, οι κανόνες της ιπποτικής ποίησης «σπάνε» καθώς ο ανανταπόδοστος πόθος σταδιακά μετατρέπεται σε εκστατική βία.
Το «lo son venuto», το πρώτο ποίημα, εισάγει το κεντρικό μοτίβο των Rime Petrose : ένα κορίτσι σαν πέτρα – ψυχρό απέναντι στο πάθος του ποιητή και την ίδια στιγμή σπάνιο σαν πολύτιμος λίθος. Στη sestina ο Δάντης αναγνώρισε το ιδεώδες όχημα για την ποίηση του ανανταπόδοτου έρωτα. Το νόημα καθεμιάς από τις έξι όλες κι όλες λέξεις με τις οποίες τελειώνουν οι στίχοι βαθαίνει από στροφή σε στροφή, αντανακλώντας την έμμονη κυκλικότητα της σεξουαλικής επιθυμίας – και υπνωτίζοντας το κοινό και τον ποιητή. Η λέξη ombra, λόγου χάριν, άλλοτε σημαίνει «σκιά» κι άλλοτε «φάντασμα», αλλά συμβολίζει πάντοτε τη μαυρίλα του θανάτου. Η petra, που χρησιμοποιήθηκε στην αρχή ως προσωποποίηση της γυναίκας, καταλήγει να υποδηλώνει τον τάφο.
HAROLD BLOOM