`Αχ-έρων`:
Και η ροή του ποταμού αδάμαστη,
παρα-σύρθηκα στις όχθες του Αχέρωντα,
ένδυμα ήλιου,
άνυδρο ύδωρ για τα κορμιά τα ηδονικά,
κι η βάρκα της επιστροφής χωρίς κουπιά,
λαβύρινθος της έκστασης το ρέμα,
χορός μετέωρος στο τίποτα
και από το τίποτα πλασμένος,
γύρισμα ακούσιο στα εντός,
κι από τα εντός η έκρηξη
σε ατελείωτες θλιμμένες στάλες.
Δήγμα - αέναη σιωπή.