Ο Αλέξης για να κάνει πιο λίγο δρόμο, έκοψε μέσα απ` τις ελιές που είναι εκεί, στο μεγάλο πλάτωμα. Ήταν την ώρα που χάραζε η αυγή, όταν, μέσα στην πρωινή ησυχία, άκουσε από μακριά χαρούμενες γυναικείες φωνές και τραγούδια. Το παλικάρι κοντοστάθηκε ν` ακούσει καλύτερα. Σιγά σιγά οι φωνές ακούγονταν όλο και πιο κοντά, ώσπου σε λίγο βλέπει να βγαίνει μέσα απ` τις ελιές μια συντροφιά από νεράιδες που, σαν έφτασαν κοντά του, πιάστηκαν απ` το χέρι κι άρχισαν να χορεύουν. Ήταν όλες ντυμένες με πολύχρωμα αραχνοΰφαντα φορέματα και με πέπλα που ανέμιζαν στον πρωινό αέρα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]