...Στις τσέπες της φόρμας μου είχα έξι κόκκινες φωτοβολίδες. Έβγαλα μία, την άναψα και προσπάθησα να την πετάξω πάνω από τις κορφές των δέντρων. Περίμενα, έχοντας έτοιμες τις άλλες, μέχρι που άκουσα το αεροπλάνο να πλησιάζει για δεύτερη φορά, προκειμένου να ρίξει τους υπόλοιπους δύο της ομάδας μας, και τη μια κατόπιν της άλλης άναψα και τις επόμενες τρεις. Καθώς ο ουρανός επάνω μου καλύπτονταν από τα δέντρα, δεν μπορούσα να διακρίνω αν κατέβαινε κανένας άλλος εκεί κοντά μου. Περίμενα για λίγο αφουγκραζόμενος προσεκτικά. Άναψα μια ακόμη φωτοβολίδα και την πέταξα πάνω από τα δέντρα. Μετά άναψα και την τελευταία. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]