Με τη συνθήκη `Περί Θράκης` των Σεβρών (1920), οι Σύμμαχοι παραχώρησαν τη Δυτική Θράκη στην Ελλάδα. Η Βουλγαρία έχασε έτσι, εκτός από την επαρχία που κατείχε από το 1913, και την έξοδό της στο Αιγαίο, που αποτελούσε κατευθυντήρια αρχή της εξωτερικής πολιτικής της από την εποχή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου (1878).
Αρνούμενη να συμβιβασθεί με το νέο εδαφικό καθεστώς, αλλά αδυνατώντας εκ των πραγμάτων να ακολουθήσει δυναμική εξωτερική πολιτική, η κυβέρνηση Σταμπολίνσκυ (1920 - 23) χρησιμοποίησε από την επαύριο του πολέμου το ζήτημα της οικονομικής διεξόδου στο Αιγαίο ως όχημα ειρηνικού αναθεωρητισμού, μέσω του οποίου επιδίωξε την αυτονομία της Δυτικής Θράκης ή την απόκτηση εδαφικού διαδρόμου στην περιοχή.
Τυπικά το ζήτημα της βουλγαρικής διεξόδου, αλλά ουσιαστικά η τύχη της Δυτικής Θράκης, αναδείχθηκε έκτοτε σε μείζον πολιτικό πρόβλημα. Σε συνάρτηση με τα άλλα αλυτρωτικά αιτήματα της Βουλγαρίας, επιδείνωσε τις ελληνοβουλγαρικές σχέσεις στα κρίσιμα χρόνια 1920-1923 και στη συνέχεια σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, και δυσκόλεψε τις προσπάθειες των κυβερνήσεων της Ελλάδας για τη διευθέτησή του σύμφωνα με το γράμμα των συνθηκών της ειρήνης.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]