Ο προβληματισμός σχετικά με την παραδοσιακή διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών αφορμάται σε μεγάλο βαθμό από την αρνητική στάση των παιδιών στην τάξη. Η φορμαλιστική διδασκαλία και η εμμονή στην εξαντλητική πραγμάτευση της γραμματικής και του συντακτικού δυσχεραίνει τη σύνδεση με τη νεοελληνική πραγματικότητα. Η ανάγκη αναπροσανατολισμού με επίκεντρο της εκπαιδευτικής διεργασίας τους μαθητές παρουσιάζεται επιτακτική.
Τι συμβαίνει στην περίπτωση αυτή με τη διδασκαλία των γραμματικο-συντακτικών φαινομένων; Ποιες είναι οι αρχές και οι στόχοι της κειμενοκεντρικής προσέγγισης που προβλέπεται για το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών; Μέσα από ποια στάδια μπορεί να υλοποιηθεί η "επεξεργασία και η παραγωγή ποικίλων τύπων κειμένου", να καλλιεργηθεί η κριτική αντιμετώπιση και η δημιουργικότητα των παιδιών; Με ποιον τρόπο μπορεί το κείμενο να αποτελέσει αρμό που συνδέει τη γλώσσα που χρησιμοποιείται με το γραμματειακό είδος στο οποίο εντάσσεται και τα πολιτισμικά συμφραζόμενα από τα οποία αποκτά οντότητα; Ποια προσέγγιση ενδείκνυται για έναν πολιτισμό που διαδόθηκε προφορικά, αλλά επιβίωσε μέχρι τις μέρες μας μέσω της γραφής; Ποια μπορεί να είναι η επιδιωκόμενη "εγγραμματοσύνη" σε σχέση με τα Αρχαία Ελληνικά;
Ένα σύγχρονο πρίσμα θεώρησης των παραδοσιακών μεθόδων και μία νέα διδακτική πρόταση μπορούν να αποτελέσουν το έρεισμα για γόνιμο διάλογο...