Ο Αντρέ Μαλρό γεννήθηκε το 1901 στο Παρίσι. Σπούδασε στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών και, μετά τη δημοσίευση του αλληγορικού διηγήματός του `Χάρτινα φεγγάρια` (1921), συμμετείχε σε μια αρχαιολογική αποστολή στην Καμπότζη, συντάχθηκε με τους Κινέζους επαναστάτες και πήρε μέρος στον κινεζικό εμφύλιο πόλεμο (1926-1928), στη Σαγκάη και την Καντόνα. Αποτέλεσμα αυτής της άμεσης επαφής του με την Ανατολή ήταν `Ο πειρασμός της Δύσης` (1926, Εξάντας 1987), μια συζήτηση δι` αλληλογραφίας ανάμεσα σε έναν νεαρό της Ανατολής και έναν νεαρό της Δύσης, όπου θίγεται το ζήτημα της παρακμής του δυτικού πολιτισμού. Το `Αλλόκοτο βασίλειο` (1928) είναι η ιστορία μιας φανταστικής επανάστασης, εμπλουτισμένη με τις προσωπικές του εμπειρίες από τον εμφύλιο. Οι `Κατακτητές` (1928), με θέμα τον αγώνα των Κινέζων εθνικιστών κατά των Άγγλων ιμπεριαλιστών στο Χονγκ-Κονγκ, τον κάνουν γνωστό στο ευρύ κοινό, ενώ η ίδια ατμόσφαιρα κυριαρχεί και στη `Βασιλική οδό` (1930), αυτή τη φορά με φόντο την Ινδοκίνα. Το 1933 κυκλοφορεί το αριστούργημά του, η `Ανθρώπινη μοίρα` (Βραβείο Γκονκούρ), όπου μέσα από μια περίπλοκη δράση, πλούσια σε τραγικές καταστάσεις, αναδύονται τα μεγάλα προβλήματα που βασανίζουν τη συνείδηση του σύγχρονου ανθρώπου: ηθική και πολιτική ενώπιον ζωής και θανάτου. Η δράση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται στη Σαγκάη το 1928, κατά την αντιπαράθεση των κομμουνιστών με τον Τσανγκ-Κάι Σεκ, και οι διάφοροι πρωταγωνιστές της ιστορίας, συμβολικοί μα ανθρώπινοι, εκφράζουν ο καθένας μια στάση διαφορετική απέναντι σε αυτά τα προβλήματα. Οι αντιδράσεις του στο φαινόμενο του ναζισμού αποτυπώνονται στον `Καιρό της περιφρόνησης` (1935). Παίρνοντας προσωπικά μέρος στον ισπανικό εμφύλιο, στο πλευρό των Δημοκρατικών, καταθέτει τις εμπειρίες του στο μυθιστόρημα `Η ελπίδα` (1937, Εξάντας 1989). Συμμετείχε ενεργά στη γαλλική Αντίσταση και τον αγώνα για την απελευθέρωση, εμπειρίες που θα περιγράψει στο μυθιστόρημα `Η πάλη με τον άγγελο`, του οποίου το χειρόγραφο καταστράφηκε από την Γκεστάπο και μονάχα ένα μικρό τμήμα του κυκλοφόρησε το 1943 με τίτλο `Οι καρυδιές του Άλτενμπουργκ`. Μετά το τέλος του πολέμου χρημάτισε υπουργός Πολιτισμού και εγκατέλειψε τη λογοτεχνική φόρμα για να αφιερωθεί στη συγγραφή μελετών αισθητικού περιεχομένου: `Ψυχολογία της τέχνης` (1947-1950), `Το φανταστικό μουσείο` (1947), `Η καλλιτεχνική δημιουργία` (1948), `Οι φωνές της σιωπής` (1951), `Το φανταστικό μουσείο της παγκόσμιας γλυπτικής` (1952-1954), `Μεταμορφώσεις των θεών` (1957), `Αντιαπομνημονεύματα` (1967), `Οι κομμένες βελανιδιές` (1971), `Κεφάλι από οψιδιανό` (1974). Πέθανε το 1976.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]