ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
(Στο δωμάτιο ο Κύριος σε μια πολυθρόνα. Απέναντί του ο Άγγελος τον ακούει. Βραδιάζει. Αδιάκοπα τιτιβίσματα χελιδονιών)
ΚΥΡΙΟΣ: Θέλεις να σου πω την ιστορία μου;
Θα σου πω το χειρότερο και το καλύτερο που μου έχει συμβεί.
Έως τώρα φοβόμουνα την αναγγελία. Ένας άνθρωπος απέναντί σου -η γυναίκα σου- αναγγέλλει ότι φεύγει, γιατί πνίγεται. Αίφνης, γίνεσαι εντελώς περιττός γι` αυτήν και κατά συνέπειαν για τον εαυτό σου, πράγμα που το γνωρίζεις ήδη. Φεύγει. Είναι προφανές ότι ο άλλος σου εαυτός, η γυναίκα σου, θα βρεθεί άλλου. Δεν γνωρίζεις τον τόπο. Σε λίγο θα είσαι μόνος. Ο άλλος σου εαυτός ή ό,τι θεώρησες σαν τον άλλο εαυτό σου, αποπλέει. Θα υπάρξουν ξεχωριστές αναμνήσεις, κινήσεις διαφορετικές. Ο άλλος εαυτός σου δεν μπορεί να είσαι εσύ. Αλλά και εσύ δεν θα είσαι πια ο εαυτός σου. Θα διαφέρεις από τον εαυτό σου όσο δυο οποιοδήποτε άνθρωποι. Τότε, αυλαία! Το έργο ρεπερτορίου του ζεύγους κατεβαίνει. Το μπουλβάρ μιας κοινής ζωής -έρωτες, λόγια, οι μικρές τελετουργίες για να γεμίζει η ημέρα, τα κοινά σχέδια κατά της πλήξης, πως να το πω; η επανάληψη, βρε αδερφέ, που μας ενώνει -όλα συνοψίζονται στο ρήμα `φεύγω`. [...]