Η μακροχρόνια ενασχόληση του συγγραφέα με τη θερμοδυναμική του επέτρεψε να διακρίνει ότι στον χώρο αυτό υπάρχουν δύο σχολές σκέψης, οι οποίες δεν είναι ευδιάκριτες.
Η πρώτη είναι αυτή της κλασικής θερμοδυναμικής, όπως τη διατύπωσε ο Max Planck στο κλασικό του σύγγραμμα `Πραγματεία περί την θερμοδυναμική`, με το οποίο έθεσε την ανεξίτηλη σφραγίδα του στη γραφή και τη σκέψη των φυσικών. Κυρίαρχο μέγεθος της σχολής αυτής είναι η θερμότητα, με βάση την οποία διατυπώνονται το πρώτο και το δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα.
Η δεύτερη σχολή σκέψης είναι αυτή της αξιωματικής θερμοδυναμικής, όπως τη διατύπωσε ο διαπρεπής Έλληνας μαθηματικός Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή. Στα 1909 θεμελιώνει τη θερμοδυναμική επί εντελώς νέων βάσεων. Χαρακτηριστικό της είναι ότι δεν χρησιμοποιεί καθόλου τη θερμότητα για τη διατύπωση ούτε του πρώτου ούτε του δεύτερου θερμοδυναμικού αξιώματος. Η θερμότητα είναι ένα εντελώς δευτερεύον μέγεθος.
Η κάθε σχολή σκέψης έχει τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματά της. Οι συγγραφείς της κάθε σχολής δεν αναφέρονται συνήθως στην άλλη.
Ο συγγραφέας του παρόντος πονήματος αναπτύσσει τις θέσεις και των δύο σχολών με τη σχετική κριτική και επιχειρεί τη σύνθεσή τους. Κατά τούτο είναι εν πολλοίς πρωτότυπο έργο, το οποίο προορίζεται για τους φοιτητές του πρώτου κύκλου σπουδών των σχολών των θετικών επιστημών, χωρίς να προϋποθέτει άλλες γνώσεις επί του θέματος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]