Η απεικόνιση της παιδικής μορφής μέσα στο περιβάλλον του σπιτιού, στα πλαίσια της οικογενειακής ζωής και η παράσταση του παιδιού ως προσώπου κοινωνικά χαρακτηρισμένου, ενταγμένου στον ευρύτερο-δημόσιο χώρο ή, ειδικότερα, μέλους μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας, αποτελούν δύο βασικές συντεταγμένες της έρευνας. Ο αγροτικός-παραδοσιακός χώρος και στους αντίποδές του το περιβάλλον της πόλης (και μάλιστα της Αθήνας) συνιστούν δύο άξονες γύρω από τους οποίους κινήθηκε η εξέταση των σχετικών έργων. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί πως ο ελληνικός φυσικός χώρος, η ύπαιθρος, καθώς επίσης και το `τοπίο` της Αθήνας, είτε αυτά καθαυτά είτε ως πλαίσιο και πεδίο δράσης των προσώπων, υπήρξαν δύο καίριας σημασίας πόλοι έλξης της προσοχής των ελλήνων ζωγράφων - ο πρώτος ως το 1930 κυρίως, και ο δεύτερος ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1930 και μετά. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το παιδί, θα φανεί πως σε ορισμένες περιπτώσεις η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου-πλαισίου της παράστασης, δηλαδή του αγροτικού-παραδοσιακού χώρου, είναι σημαίνουσα και σε ένα άλλο επίπεδο. Έχει δηλαδή μια ηθικολογική διάσταση και αισθητοποιεί μια στάση απέναντι στο παιδί ως δυνάμει φορέα και συνεχιστή των παραδόσεων, στάση η οποία έρχεται να επιβεβαιώσει, μέσ` από το πεδίο της τέχνης, μια βασική ιδεολογική θέση των αναγνωστικών του Δημοτικού Σχολείου.
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]