Να πούμε την αλήθεια, ο Τάκης τα λυπόταν τα ψάρια, μα έλα που του άρεσε να τα πιάνει; Το ψάρεμα τον ξετρέλλαινε. Κάθε φορά που του έμενε καιρός, άρπαζε το καλαμίδι του, έτρεχε στην ακρογιαλιά, μάζευε δολώματα, κοχύλια, καβουράκια και άλλα, κι έπειτα θρονιαζόταν σ` ένα βράχο και ψάρευε. Έτσι κι εκείνη την ημέρα, ο Τάκης πήγε νωρίς - νωρίς στο βράχο του κι άρχισε το ψάρεμα. Κάτου τα νερά ήταν ολοκάθαρα κι ο Τάκης έβλεπε το βυθό και διασκέδαζε με τα ψαράκια που πήγαιναν κι έρχονταν γύρω απ` το αγκίστρι του. [...]