Κλασικό παράδειγμα τραγικής ειρωνείας αποτελεί ο χαρακτηρισμός της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (1801 - 1832) ως της πρώτης Ελληνίδας πεζογράφου, επειδή αυτό απετέλεσε μεν τον αποκλειστικό σκοπό της σύντομης ζωής της, αλλά ο σκοπός αυτός τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, αφού δεν είδε κανένα από τα έργα της να δημοσιεύεται όσο ζούσε.
Μέσα από την Αυτοβιογραφία της αναπτύσσεται το δράμα μιας νεαρής γυναίκας της αστικής τάξης της Επτανήσου, που ενώ επιθυμεί να λάβει μέρος στην πνευματική, τουλάχιστον, ζωή του τόπου, και προσπαθεί σκληρά γι` αυτό, αναγκάζεται -σύμφωνα με το `βαρβαρικό ήθος της πατρίδος της`- να ζει έγκλειστη στο σπίτι του πατέρα της, αποκομμένη από όσα συμβαίνουν έξω.
Διέξοδο στο δράμα αυτό έδωσαν το γράψιμο, που υπήρξε γι` αυτήν μια ζωτική ανάγκη, και η `μελαγχολική Μούσα` της, που έπαιζε γι` αυτήν ένα λυτρωτικό ρόλο, για να αναδειχθεί γρήγορα σε όργανο κριτικής και καταγγελίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]