Αυτό το άδειο σπίτι σε περίμενε.
Αγκαλιά, χωρίς την ανάγκη λέξης καμιάς
τα σώματα κουμπώσανε ιδανικά
σκεπάζοντας έκθετες νύχτες.
Ανάμεσά τους ζωγράφισες μια θάλασσα,
επιθυμίες ζαλισμένες άφιξη επιτέλους
άκρη κυματισμών πανιά γεμάτα.
Στα δάκτυλά μου φτάνουν με χυμούς από ροδάκινα
κάθε που στήνω τρελό κυνηγητό
με ιδέες πιασμένες χέρι χέρι.
Στα χείλη σου σβήνεται ο κόσμος όλος.