Το δέκατο ένατο αιώνα οι παιδαγωγικές σχολές ονομάζονταν «κανονιστικές σχολές», γιατί επικρατούσε η αντίληψη ότι υπήρχε μόνο ένας τρόπος διδασκαλίας: ο «κανόνας». Σήμερα δεν ισχύει αυτό. Ο τρόπος με τον οποίο διδάσκουν οι εκπαιδευτικοί εξαρτάται από παράγοντες όπως είναι η ηλικία και οι ικανότητες των παιδιών, η προέλευσή τους και οι ανάγκες τους, η φύση του θέματος που εξετάζεται ή του μαθήματος που διδάσκεται και οι διαθέσιμοι πόροι. Οι συγγραφείς αντλούν από τη μεγάλη τους πείρα στην εκπαίδευση δασκάλων και στην έρευνα μέσα στη σχολική αίθουσα για να διερευνήσουν αρκετές διαστάσεις της διδασκαλίας. Αυτές περιλαμβάνουν το σχεδιασμό και την προετοιμασία, την άμεση διδασκαλία, τη διαχείριση των υλικών και τη ρύθμιση της συμπεριφοράς, τη συζήτηση με τα παιδιά, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της μάθησης. Μας δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βελτιώσουν τις ικανότητές τους και να εκπληρώσουν τις φιλοδοξίες τους, τόσο ατομικά όσο και συνεργαζόμενοι με τους συναδέλφους τους. Το βιβλίο θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε φοιτητές και δασκάλους, διευθυντές, επιμορφωτές δασκάλων και επιθεωρητές.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]