Η πραγματολογική Ανθρωπολογία δεν επιδιώκει την εκτενή γνώση των πραγμάτων του κόσμου, αλλά τη γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου. Το πεδίο της επομένως είναι αυτό των ανθρωπίνων ικανοτήτων και δεξιοτήτων, και των μορφών συμπεριφοράς και δράσης με τις οποίες ο άνθρωπος διαμορφώνει ως ελεύθερο ον τον εαυτό του, ορίζοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο των σχέσεών του με τους άλλους.
Καλύπτοντας το κενό που δημιουργήθηκε μετά την ανασκευή της ορθολογικής ψυχολογίας και την άρνηση της επιστημονικής εγκυρότητας της εμπειρικής ψυχολογίας, η πραγματολογική Ανθρωπολογία διαρθρώνεται εν πολλοίς (ιδίως με την υποδιαίρεση του πρώτου μέρους σε τρία Βιβλία) σε αντιστοιχία με τις τρεις Κριτικές, στις οποίες ανατρέχει άλλωστε διαρκώς για τη φιλοσοφική θεμελίωση των πορισμάτων της.
Απαντώντας στο ερώτημα «Τι είναι ο άνθρωπος;» –στο οποίο ανάγονται τα ερωτήματα της Μεταφυσικής («Τι μπορώ να γνωρίσω;»), της Ηθικής («Τι οφείλω να πράξω;»), και της Θρησκείας («Τι επιτρέπεται να ελπίζω;»)–, η πραγματολογική Ανθρωπολογία εντάσσεται στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος της ενότητας της φιλοσοφίας, προπαρασκευάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για τη γένεση των ανθρωπιστικών επιστημών.