Αυτό το βιβλίο είναι πόνημα ψυχής και στοίχημα ζωής. Το καταθέτω ως στέφανο τιμής σε μια ύψιστη δοξολογία για εκείνα τα χρόνια τα αλλοτινά. Τα χρόνια που ατενίζω με απέραντη τρυφερότητα κι αναπολώ με νοστολγία.
Από την αρχή της συγγραφής η γραφίδα, δρασκελίζοντας τα χαντάκια της μνήμης, ζωγράφιζε τα σοκάκια και τις αλάνες του χωριού και χάιδευε όλα τα παιδιά κι όλους τους μεγάλους. Έτσι, μια τσίγκλαγε τον Κλη, την άλλη σκούνταγε τον Γκέκο και την παράλλη έκλεινε το μάτι στον Τσάπο, στον Γκιώνη, στο Ρίκο και σε όλα τα τσιρομπίλια, τα αλλοτινά...
(...) Στην πρώτη θέση του πανθέου στέκονταν οι αξιοσέβαστες κυράδες: η Πηνιώ, η Ελένη, η Παγώνα, η Πανώρια, η Παπαδιά, η Κουτσονικολάκαινα, η Ασήμω κι όλες οι τότε αρχόντισσες και πριγκηπέσες.
Αλλά στην περιούσια καμαρώνουν οι μάρτυρες και οι ήρωες της εποχής εκείνης: ο Τζουραμάνης, ο Παύλος, ο Γιώρη Βλάχος, ο Διαμαντής, ο Λαυραντώνης και οι άλλοι, αφανείς και επιφανείς, με πρώτον τον Ντούφα, που έχουν αφήσει το στίγμα τους στην ιστορία του τόπου.
Η ευγνωμοσύνη, το χρέος κι ο σεβασμός στα μηνύματα που άφησαν όλοι αυτοί σαν διαθήκη είναι ιερό καθήκον όλων των μεταγενέστερων γενεών.
Οι κοινωνίες και τα κράτη που δεν έχουν μνήμη και σεβασμό στο παρελθόν και στην ιστορία τους, δεν έχουν τύχη και μέλλον...